Λιγα Λογια..

Το Yes!Just Read your Book! είναι ένα ιστολόγιο/blog που σκοπό έχει να βοηθήσει όλους όσους γράφουν μικρές ή μεγάλες ιστορίες, παραμύθια, ποιήματα, κριτικές, άρθρα ή ακόμα και συνταγές, να τα δημοσιεύσουν! Στις μέρες που ζούμε το διαδίκτυο αποτελεί τον ευκολότερο, οικονομικότερο και γρηγορότερο τρόπο να κοινοποιήσουμε το έργο μας. Το Yes!Just Read your Book επιδιώκει να γίνει ο μεσάζοντας ανάμεσα σε όλους όσους γράφουν και τον κόσμο, και γιατί όχι και κάποιον εκδοτικό οίκο που θα μπορούσε να ενδιαφερθεί.
Στο εξωτερικό σε αντίστοιχες σελίδες ήδη άνθρωποι που γράφουν έχουν συνεργαστεί με μεγάλες εταιρίες.
Γιατί να μην υπάρξει κάτι αντίστοιχο και στην Ελλάδα;

Ζούμε σε μια χώρα που τα ερεθίσματα για έμπνευση είναι παντού γύρω μας, γιατί λοιπόν να μην τα εκμεταλλευτούμε αν μας αρέσει; Κι αν τελικά το κάνουμε γιατί να μην προωθήσουμε τις ιδέες μας εύκολα και γρήγορα;!

Η γενικότερη ιδέα είναι ότι δημοσιεύουμε κάθε φορά το πολύ ένα κεφάλαιο όταν πρόκειται για ιστορίες ώστε να μην χαθεί η μαγεία της προσμονής για το παρακάτω, που όλοι εμείς οι βιβλιοφάγοι λατρεύουμε.

Επίσης, με αυτή τη μέθοδο δίνεται η ευκαιρία στον εκάστοτε συγγραφέα να επηρεαστεί από τα σχόλια του αναγνωστικού κοινού του ενισχύοντας έτσι τη συνέχεια της ιστορίας του.

Σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα, επιθυμία της Ομάδας του Yes!Just Read Your Book είναι να δημοσιεύει ο καθένας μόνος του τα κείμενα του κατ'ευθείαν ώστε να εξασφαλίζεται κι η προέλευση του κάθε κειμένου. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας που δημοσιεύει κάποια ιστορία από τον δικό του υπολογιστή μέσω του δικού του email κατοχυρώνει αυτόματα και το κείμενο αυτό και είναι υπεύθυνος για το περιεχόμενο. Βέβαια αυτό προυποθέτει να μην έχει αντιγραφεί το εκάστοτε κείμενο από αλλού αλλά πράγματι να δημοσιεύεται για πρώτη φορά.


Με εκτίμηση,

Η ομάδα του Yes!Just Read Your Book!

Πως Μπορω να δημοσιευσω κι εγω;

Εάν θες κι εσύ να μοιραστείς μαζί μας τα κείμενα σου, δεν έχεις παρά να εκδηλώσεις το ενδιαφέρον σου μέσω της Φόρμας Επικοινωνίας (Κάτω δεξιά) και μετά από λίγο θα λάβεις στο email σου πρόσκληση που θα σου δίνει τη δυνατότητα να δημοσιεύεις κατ'ευθείαν στο Just Read Your Book!

Σε περιμένουμε!!

Με εκτίμηση,
Η Ομάδα του Yes!Just Read Your Book!

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

24 Σεπτεμβριου 2007

Ηρθε η μεγαλη μέρα. Το ραντεβου κανονιστηκε στα μέρη του, στις 9.00μμ  το βραδυ. Εκεινη την χρονια έκανε ακόμα καλοκαίρι. Υψηλες για την εποχη θερμοκρασιες. Στα βόρεια μέρη που ζουμε εμείς, μόλις αρχισε να κάνει ψύχρα.

Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Λιγο πριν την συναντηση

Μεσολαβησαν κανα δυο τηλεφωνηματα ακομα αυτες τις πεντε μέρες που τον περιμενα να ερθει απο Τσεχια. Απο το Πανεπιστημιο που διδασκε. Τι διδασκε;; Θεματα Πληροφορικης, ας πουμε...
Ειχε να δει καποιους φοιτητες ακομα και να τακτοποιησει τις διατριβες τους, που ειχε αναλαβει ο ιδιος να τους πατροναρει, γιατι το βασικο σεμιναριο είχε τελειωσει.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Το Μαχαίρι



         O Μανούσος θα έκανε τα πάντα για λίγα χρήματα. Θα πούλαγε και την ίδια του τη μάνα. Όχι ότι αγαπούσε ιδιαίτερα το χρήμα. Ίσως και να το σιχαινόταν. Εξάλλου, ποτέ δε μπόρεσε να κρατήσει φράγκα πάνω του, αν και από τα χέρια του είχαν περάσει ολόκληρες περιουσίες. Λάτρευε τις απολαύσεις που τα λεφτά του πρόσφεραν. Τις ελευθερίες που εξαγόραζαν. Τα πάθη που ικανοποιούσαν. Το ποτό, τις γυναίκες, τα ναρκωτικά, το τζόγο.

Εδώ και κάμποσες εβδομάδες πέρναγε ένα μαρτύριο. Δεν είχε σάλιο. Είχε μείνει ταπί. Κοίταξε γύρω, στο άδειο σπίτι του, μπας και βρει τίποτα για σκότωμα. Τα είχε πουλήσει σχεδόν όλα. Τα έπιπλα, την τηλεόραση, ένα μικρό στερεοφωνικό. Το μόνο που είχε ήταν ένας καναπές, που χρησίμευε και για κρεβάτι, και κάτι φτηνοί πίνακες που δεν τους έπαιρνε κανείς, ούτε για ψίχουλα. «Η ντουλάπα», σκέφτηκε. Την άνοιξε και άρχισε να ψάχνει με μανία ανάμεσα στα πεταμένα ρούχα του και έπειτα στις τσέπες από τα παντελόνια και τα πουκάμισα. Ένα χαρτονόμισμα. Δεκάευρο.
«Αρχίδια», είπε φωναχτά και σκούπισε το μέτωπό του με την ανάστροφη του χεριού του. Είχε ιδρώσει.
Πήγε στο νιπτήρα και έριξε νερό στα μούτρα του. Κοίταξε στον καθρέφτη. Η μελαχρινή, αξύριστη αντανάκλασή του τον κοίταξε απελπισμένα. Κάτι γυάλιζε στο λαιμό του κάτω από το γιακά. Ο βαφτιστικός σταυρός του. Το ‘χε σκεφτεί ξανά πριν μερικές μέρες, όμως το ‘χε αποκλείσει. Τότε είχε ακόμα την τηλεόραση. Ήξερε για ένα τύπο – Μπάμπουρα τον φώναζαν; - που μπορούσε να τ’ αφήσει ενέχυρο. Θα ‘βγαζε τουλάχιστον διακόσια. Ήταν ολόχρυσος. Έκανε ένα τηλέφωνο, έβαλε το μπουφάν του και βγήκε.
Το τρίτο δεξιά κουδούνι στο 112 της Δροσοπούλου έγραφε «Μπάμπης».
«Μπάμπουρας», σκέφτηκε ο Μανούσος και το πάτησε.
«Ποιος;», ακούστηκε από το μικρό ηχείο του θυροτηλεφώνου.
«Ο Μανούσος.»
Παύση.
«Ποιός Μανούσος;»
Κόμπιασε.
«Με στέλνει ο Άκης, δε σου μίλησε;»
«Α, ναι, ναι. Πέρνα.»
Ένας πνιχτός ηλεκτρικός ήχος ακούστηκε. Ο Μανούσος έσπρωξε την πόρτα, ακούστηκε ένα κλικ και αυτή άνοιξε.

Σε ένα φθαρμένο μπορντό καναπέ μιας γκαρσονιέρας, στο δεύτερο όροφο, ο Μπάμπουρας κράταγε στο χέρι του το σταυρό, σαν να τον ζύγιζε. Στο άλλο κράταγε ένα τσιγαριλίκι. Το δωμάτιο βρωμοκόπαγε. Ο Μανούσος ρουφούσε τον αέρα από τη μύτη με βαθιές αναπνοές. Ο άλλος τον κατάλαβε και του πρόσφερε το τσιγαριλίκι.
«Τράβα», του είπε.
«Ευχαριστώ», είπε ο Μανούσος και τράβηξε δυο τρεις απανωτές. Κράτησε τον καπνό μέσα του για αρκετή ώρα και έπειτα τον έβηξε πνιγμένος.
«Καλό πράμα;», ρώτησε ο Μπάμπουρας.
«Καλό», είπε ο Μανούσος και του το ‘δωσε πίσω.
Ήταν πραγματικά καλό. Καιρό είχε να φουμάρει κάτι τέτοιο. Ελαφρώς ζαλισμένος μπήκε κατευθείαν στο θέμα:
«Πόσα;»
«Πενήντα»
«Τι πενήντα ρε φίλε, είναι ατόφιο χρυσάφι. Πιάνει τουλάχιστον διακόσια.»
«Το μαρούλι τι θα το κάνεις;»
«Δική μου δουλειά»
«Είναι και δική μου. Αν σου δώσω διακόσια και πας και τα φας και δεν έρθεις να το πάρεις, θα ξεμείνω με ένα βαφτιστικό που και να το λιώσω, δε θα μου φτάνει ούτε για τις κουφάλες στα δόντια μου. Γι’ αυτό, ξαναρωτάω: Το μαρούλι, τι θα το κάνεις;»
«Κόκκαλα»
«Πενήντα»
Ο Μανούσος έκανε να σηκωθεί.
«Ώπα, περίμενε», είπε ο Μπάμπουρας και έδειξε με τα μάτια του στη ζώνη του Κρητικού.
«Τι έχεις εκεί;»
«Το μαχαίρι ξέχνα το»
«Κάτσε κάτω και δως μου να του ρίξω μια ματιά», του είπε και του πρόσφερε ξανά το τσιγαριλίκι.
Ο Μανούσος πήρε διστακτικά το τσιγάρο στο χέρι του – πολύ καλό για να αρνηθεί μια τζούρα ακόμη. Έβγαλε το ασπρομάνικο με τη θήκη του και το ‘δωσε στον άλλον.
Ο άλλος κράτησε το μαχαίρι με τα δυο χέρια. Χάιδεψε τη φιλντισένια λαβή του, τους σκαλιστούς ασημένιους καμπτζέδες του, τη δερμάτινη θήκη του. Έκανε να το τραβήξει. Με μια αστραπιαία κίνηση, ο Κρητικός του ‘πιασε το χέρι και τον κοίταξε στραβωμένος.
«Το μαχαίρι βγαίνει από τη θήκη του είτε για να χύσει αίμα, είτε για να καθαριστεί. Και τώρα δε θέλω να το καθαρίσω»
«Ώπα φίλε, χαλάρωσε», είπε ο Μπάμπουρας και του ‘δωσε το μαχαίρι πίσω. «Ήθελα μόνο να δω τη μαντινάδα»
«Όπως σου είπα. Το μαχαίρι δε βγαίνει από τη θήκη του»
Ο Μπάμπουρας τον κοίταξε πονηρά.
«Λοιπόν, Κρητικόπουλο, σου ‘χω μια προσφορά», είπε ο απατεώνας. Ο Μανούσος δεν πρόσεξε τη γυαλάδα στο μάτι του.
«Το μαχαίρι ξέχνα το», είπε για μια ακόμα φορά ο Μανούσος.
«Άκου πρώτα…»
«Λέγε»
«Θα σου δώσω δυο κατοστάρικα για το μαχαίρι και άλλα εκατό για το σταυρό»
Ο Μανούσος το σκέφτηκε. Δεν ήθελε με την καμία να σκοτώσει το μαχαίρι. Του το ‘χε δώσει ο πατέρας του όταν ήταν μόλις επτά. Πρόσεξε όμως - μες τη θολούρα του από το μαύρο – ότι ο Μπάμπουρας του ‘δινε τώρα πενήντα παραπάνω για το σταυρό. Ήθελε να υποτιμήσει την αξία του μαχαιριού, αλλά για να μην τον κάνει να αισθάνεται ότι τον πιάνει κορόιδο, του δίνει πενήντα παραπάνω για το σταυρό έτσι ώστε να φτάσει πιο κοντά στην πραγματική συνολική αξία και των δυο. Έξυπνο, αλλά ο Μανούσος δεν ήταν χθεσινός. Έβλεπε ότι είχε το πάνω χέρι στο παζάρι. Αλλά, από την άλλη… όχι το μαχαίρι. Όμως, αν του πήγαινε καλά η βραδιά, θα μπορούσε να έρθει πάλι αύριο και να το πάρει πίσω. Και θα του πήγαινε καλά η βραδιά. Είχε καιρό να του πάει καλά. Έτριψε τα δάχτυλά του μεταξύ τους και τα ‘νιωσε καλά. Όπως τότε που κέρδιζε.
«Πέντε», είπε ο Μανούσος αποφασιστικά.
«Λοιπόν, άκου τι θα κάνουμε», είπε ο Μπάμπουρας. Ψαχούλεψε με το χέρι του ανάμεσα στα μαξιλάρια του καναπέ και έβγαλε ένα σακουλάκι μαύρο. Του το πέταξε. Ο Μανούσος το ‘πιασε στον αέρα. Θα ‘πρεπε να ‘ταν καμιά δεκαριά γραμμάρια.
«Θα σου δώσω τριάμισι κατοστάρικα και το πράμα. Με τέσσερα τα παίρνεις πίσω»
Ο Μανούσος ξανασκέφτηκε. Το πράμα, δεδομένου ότι είναι της ίδιας ποιότητας που δοκίμασε, θα κάνει καμιά κατοστάρα. Και τριάμισι, τεσσεράμισι. Βέβαια ο Μπάμπουρας το ‘χε πάρει πολύ πιο φτηνά, κάνα πενηντάρικο. Οπότε, τέσσερα. Άρα ο άλλος ήταν στα ίσα του. Βέβαια θα πόνταρε ότι ο Μανούσος θα έχανε το χρήμα στα ζάρια και δε θα μπορούσε να τα πάρει πίσω. Όμως έκανε λάθος. Δε θα έχανε. Τουλάχιστον όχι σήμερα. Θεωρώντας ότι πέτυχε μια καλή συμφωνία, άφησε το μαχαίρι και το σταυρό, πήρε το χρήμα και το πράμα, δώσανε τα χέρια και έφυγε.
Καθώς γύριζε, μπήκε σε ένα μίνι μάρκετ και πήρε τσιγάρα και ένα μπουκάλι τσικουδιά. Πήγε σπίτι και άραξε στον καναπέ. Είχε ακόμα δυο-τρεις ώρες μέχρι να πάει στη μπαρμπουτιέρα του «Σελάχια». Έφτιαξε ένα μπάφο και τον ήπιε. Έπειτα έφτιαξε άλλον ένα. Πέντε μπάφους και ένα μπουκάλι τσικουδιά αργότερα, σηκώθηκε και βγήκε έξω. Περπάταγε στο δρόμο ευτυχισμένος. Ήταν φτιαγμένος και φορτωμένος. Και πάνω απ’ όλα, ένιωθε τυχερός. Μετά από λίγη ώρα θα είχε χρήμα, θα πήγαινε στου Μπάμπουρα να πάρει πίσω το μαχαίρι και το σταυρό. Και λίγο μαύρο ακόμα. Και μετά θα πέρναγε μια βόλτα από την Πιπίνου. Θα έδινε στη Ζέτα ένα πενηντάρικο παραπάνω για το «έξτρα» πρόγραμμα.

* * *

Το τέταρτο από κάτω κουδούνι, στο 67 της Κεφαλληνίας, έγραφε «Μάκης».
«Σελάχιας», σκέφτηκε ο Μανούσος και χτύπησε το κουδούνι.
«Ποιος;», είπε το θυροτηλέφωνο.
«Μανούσος»
Ένας πνιχτός ηλεκτρικός ήχος, ένα κλικ και η πόρτα άνοιξε.
Κατέβηκε στο ημιυπόγειο. Έξω από την ξύλινη πόρτα μύριζε τσιγαρίλα. Ένιωσε κάποιον να τον τσεκάρει από το ματάκι. Η πόρτα άνοιξε. Τον υποδέχτηκε ένας χοντρός με την κοιλιά του να ξεχειλίζει από το παντελόνι. Ο «Σελάχιας». Από το μισάνοιχτο πουκάμισο πετάγονταν γκρίζες τρίχες. Πίσω του κάπνα και φωνές γύρω από την μπαρμπουτιέρα.
«Να δω», είπε ο χοντρός.
Ο Μανούσος έβγαλε από την τσέπη του το πάκο με τα εικοσάρικα. Ο χοντρός ξίνισε. Ο μικρός δεν ήταν πολύ φορτωμένος, αλλά καλά κι αυτά τα λίγα.
Μετά από κάνα τέταρτο, ο Μανούσος ήταν ένα κατοστάρικο μείον. Έπρεπε να ρεφάρει. Έτριψε τα δάχτυλά του μεταξύ τους. Τα ένιωσε καλά. Όλα μέσα. Δυόμισι κατοστάρικα. Και ένα ξεχασμένο δεκάρικο, διακόσια εξήντα. Μια ζαριά και…

Ντόρτια.

Ο Μανούσος καθόταν ξαπλωμένος στον καναπέ του. Τα τελευταία δυο τσιγάρα τον χάλασαν. Έβγαλε από την τσέπη του το σακουλάκι. Τρίμματα. Δεν είχε πια ούτε μαύρο, ούτε τσικουδιά, ούτε λεφτά, ούτε το μαχαίρι. Θεέ μου, το μαχαίρι. Πώς θα το πάρει τώρα πίσω. Σκούπισε το μέτωπό του με την ανάστροφη του χεριού του. Είχε ιδρώσει. Πήγε στο νιπτήρα και έριξε νερό στα μούτρα του. Το βλέμμα του έπεσε στον καθρέφτη. Η μελαχρινή, αξύριστη, άθλια αντανάκλασή του τον κοίταζε με περιφρόνηση. Πώς μπόρεσε και έδωσε το μαχαίρι; Και πώς θα το πάρει τώρα πίσω;
Θα πάει να του το ζητήσει σαν άντρας. Θα πάρει το μαχαίρι πίσω και θα του χρωστάει τα λεφτά. Στο τέλος-τέλος είναι φίλος του Άκη. Δε μπορεί, έστω για χάρη του Άκη, θα του το δώσει.
Φόρεσε το μπουφάν του και βγήκε έξω.


Στο θυροτηλέφωνο ακούστηκε η αλλοιωμένη φωνή του Μπάμπουρα: «Ποιός;»
«Ο Μανούσος»
«Ποιός Μανούσος;»
Πραγματικά δε θυμόταν ή τού ‘κανε πλάκα;
«Ο Μανούσος που ήρθα νωρίτερα. Άνοιξε»
Μετά από μια κάποια καθυστέρηση - επιτηδευμένη; - η πόρτα άνοιξε. Η πάνω πόρτα της γκαρσονιέρας ήταν ελαφρώς ανοιχτή. Ο Μανούσος την έσπρωξε και μπήκε μέσα.
Το θέαμα που είδε του ανέβασε το αίμα στο κεφάλι. Στο τραπεζάκι, μια μισοφαγωμένη πίτσα. Στον καναπέ, ο Μπάμουρας γερμένος προς τα πίσω. Στο χέρι του κράταγε το μαχαίρι γυμνό και με τη μύτη του καθάριζε τα δόντια του.
Χωρίς δεύτερη σκέψη όρμηξε πάνω του. Ο άλλος τον αντιλήφθηκε και μόλις που πρόλαβε να σηκωθεί. Αλλά ο Κρητικός τον έπιασε από το λαιμό. Έχασαν την ισορροπία τους και με μια ενδιάμεση στάση στο τραπεζάκι με την πίτσα, σωριάστηκαν στο πάτωμα. Ο Μπάμπουρας σηκώθηκε γρήγορα όρθιος. Ο Κρητικός, ξαπλωμένος ανάσκελα, έκανε να σηκωθεί, αλλά ένιωσε ένα γλυκό πόνο στο στομάχι του. Και τότε είδε τη φιλντισένια χειρολαβή του μαχαιριού του να προεξέχει από την κοιλιά του. Το τελευταίο πράγμα που του ‘ρθε στο μυαλό, πριν χάσει τις αισθήσεις του για πάντα, ήταν η μαντινάδα που ήταν χαραγμένη πάνω στη λεπίδα του:
«Ετούτ’ η λάμα η κοφτερή
Που κουβαλώ μαζί μου
Σκοπό της έχει να φυλά
Την ακριβή ζωή μου»


Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Σιγά μην τύχει σ' εμενα (3ο μέρος) ..από Just Read Your Book

Η Άννι έλεγε πως την βοηθάει να χαλαρώνει και να ξεχνάει τα διάϕορα άγχη της. Έτσι λοιπόν, όταν έκλεισα πλέον τα 15 μου χρόνια αποϕάσισα να το δοκιμάσω και εγώ. Στην αρχή είχα λίγο άγχος γιατί ϕοβόμουν, άκουγα τόσα πολλά για τους αλκοολικούς αλλά πίστευα στον εαυτό μου και έλεγα σιγά μην γίνω κι αλκοολική, λίγα ποτηράκια μόνο για να δω πως θα νιώσω. Ήθελα να δω αν όντως θα κάνει καλό στις πληγές μου. Και δυστυχώς έκανε. Έτσι για μερικά βράδια, μόλις η Άννι ξάπλωνε εγώ έπινα 2-3 ποτήρια από το ποτό της, ήταν το γιατρικό μου. Κάποιες στιγμές ένιωθα ιδιαίτερα τυχερή που το βρήκα γιατί δεν πονούσα πια όμως ϕοβόμουν ότι δεν ήταν σωστό και έτσι έπειτα από τρία τέσσερα βράδια ευτυχίας και ξεγνοιασιάς αποϕάσισα να πάω για ύπνο χωρίς να πιω. Σκέϕτηκα ότι μου είχε κάνει ήδη πολύ καλό και ότι δεν το χρειαζόμουν πια. Όμως εκείνο το βράδυ οι εϕιάλτες επέστρεψαν, και ήταν τόσο τρομακτικοί. Την επόμενη μέρα ήμουν πλέον σίγουρη ότι μόνο καλό μου έκανε το ουίσκι και ότι ήμουν τυχερή γιατί η μητέρα μου δεν μου μιλούσε ποτέ και δεν έδινε σημασία στο ότι μπορεί να τελείωνε το μπουκάλι του ποτού, απλά θα αγόραζε άλλο, και έτσι δεν θα υποψιαζόταν ποτέ ότι μου άρεσε να πίνω. Ότι δεν βοηθούσε μόνο εκείνη αλλά και εμένα το ουίσκι. 
Για πολλούς μήνες έπινα τρία ή τέσσερα ποτήρια κάθε βράδυ. Κανείς δεν καταλάβαινε τίποτα. Κάποια στιγμή σκέϕτηκα να δοκιμάσω και άλλα ποτά από το μπαρ του σπιτιού για να δω μήπως μου κάνουν ακόμη μεγαλύτερο καλό από το ουίσκι, και έτσι έκανα. Στην αρχή έπινα μικρές ποσότητες και όσο περνούσε ο καιρός και το συνήθιζα έπινα όλο και περισσότερο. Ύστερα από ένα χρόνο δεν μου έϕτανε να πίνω κάθε βράδυ μόνο. Έπινα με την πρώτη ευκαιρία. Ήταν όλα τόσο ωραία, τόσο χαλαρά και κυρίως δεν πονούσα. Δεν με ένοιαζε που δεν μιλούσαμε πια καθόλου με την μητέρα μου. Εκτός από κάποιες ϕορές που με έπιαναν τα κλάματα χωρίς να ξέρω γιατί. Ένα ακόμη ερωτηματικό στη ζωή μου. Μάλλον καμμιά ϕορά το ποτό με έκανε ευαίσθητη. Δεν ξέρω. Όταν έκλεισα τα 18, μετρούσα ήδη τρία χρόνια εξάρτησης χωρίς να το έχει καταλάβει η ίδια μου η μητέρα. Στο σχολείο συχνά με ρωτούσαν αν είμαι καλά αλλά κανείς δεν είχε καταλάβει κάτι. Έλεγαν ότι περνάω δύσκολη εϕηβεία κάτι ϕυσιολογικό γι’ αυτούς αϕού ήμουν παιδί μονογονεϊκής οικογένειας που μάλιστα είχε αλλάξει και χώρα.

 Δεν είχα ζήσει και λίγα τώρα που το ξανασκέϕτομαι. Στα 22 μου η μητέρα μου αρρώστησε αρκετά βαριά και χρειάστηκε να σταματήσει τη δουλειά και να μείνει στο σπίτι. Εγώ τότε δούλευα σε ένα μπαρ κοντά στην γειτονιά μου σαν σερβιτόρα. Είχα βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου να μην πίνω μπροστά σε άλλους και έτσι ποτέ δεν έπινα στο μπαρ. Έπινα όμως πριν και μετά από αυτό. Δεν είχα καταλάβει ότι ήμουν αλκοολική, θεωρούσα ότι ήμουν συνειδητοποιημένη και ότι έπινα για έναν και μόνο λόγο, για να διώχνω τις κακές σκέψεις που με βασάνιζαν για χρόνια. Ήταν για μένα κάτι σαν ευχάριστη παρέα θα μπορούσα να πω. Από το μπαρ επέστρεϕα στο σπίτι ξημερώμαΠήγαινα μόνο το μεσημέρι για να της δώσω το ϕαγητό της και έϕευγα. Δεν ήθελα να την βλέπω έτσι. Σκεϕτόμουν συνεχώς ότι μου στέρησε την παιδική μου ανεμελιά επειδή αγαπούσε πιο πολύ τη δουλειά της. Γιατί λοιπόν εγώ τώρα να την βοηθήσω περισσότερο; Άλλο ένα γιατί προστέθηκε τότε στα ερωτήματα που κάποια στιγμή ήθελα να της εκϕράσω. Αλλά δεν ήξερα πως και πότε. Η ασθένεια της χρειάστηκε περίπου 7 μήνες ώσπου να την κερδίσει..

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Το προσωπο.


 Σε πέντε μέρες που θα του έπαιρνε να γυρίσει στην Ελλάδα, μιλήσαμε κάποιες φορές μεσω ιντερνετ με βίντεο, ( στο οποίο φαινομουν μονο εγώ) και κάποιες φορές στο τηλέφωνό.

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

Δωδεκα φορες καφε.


Η πραξη μας εκτυλίχθηκε σε πενήντα γραμμες σε ενα τσατ, και σε δωδεκα ακριβως προτάσεις απο μέρους του,  για να συναντηθούμε επιτέλους μια έστω , φορά για καφέ. Μετα απο επτα ετη, δεν καταφερα να κρατησω ολες τις συζητήσεις μας, (αυτος σίγουρα θα τις εχει,...), τις τότε συζητήσεις μας, μεσα σε αυτο το τσατ, αλλα ξέμεινε μια, κακόμοιρη  και ανελεητα χτυπημένη συζήτηση, που πραγματικά, αποτελεί ορόσημο της γνωριμίας μας, επιστέγασμα της καρμικης συνάντησης μας. Σειματοδοτει και αποτελεί εξήγηση, γιατί, και πως βρεθηκε αυτος ο άνθρωπος στο δρόμο μου και κυρίως γιατί κατσικωθηκε στο σβέρκο μου ( οσο κι αν δεν το ηθελε πολλές φορές) και έμεινε μεχρι σημερα μαζι μου, και δεν κατάφερε ποτέ να φύγει, να γλιτώσει, να γλιτώσουμε, να λυτρωθουμε.

Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Ο Μάγος

«ΚΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΙ, ΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ νούμερο της βραδιάς. Είμαι σίγουρος ότι αυτό το νούμερο θα σας κόψει την ανάσα».

Η κουρτίνα πίσω από το μάγο σηκώθηκε, αποκαλύπτοντας τον Κινέζικο Θάλαμο Βασανιστηρίων. Ήταν μία ορθογώνια δεξαμενή, ύψους τριών μέτρων περίπου και μήκους ενός μέτρου, με τις περιμετρικές πλευρές της από χοντρό γυαλί και ανοιχτή από την πάνω μεριά. Ήταν γεμάτη νερό.

Ο βοηθός του τον πλησίασε κρατώντας στα χέρια του μια μακριά αλυσίδα σε κουλούρα. Με γρήγορες αλλά επιτηδευμένες κινήσεις, πέρασε την αλυσίδα γύρω από το μάγο, δένοντάς την κόμπους σε αρκετά σημεία, δεσμεύοντας πλήρως τα χέρια και τα πόδια του. Έπειτα, με ένα χοντρό λουκέτο, ασφάλισε τα δύο άκρα της στο ύψος του στήθους του. Τώρα ο μάγος ήταν σχεδόν πλήρως καλυμμένος από την αλυσίδα και μόνο το κεφάλι του ξεχώριζε ολόκληρο. Με κόπο προσπαθούσε να σταθεί όρθιος κάτω από το βάρος της αλυσίδας. Είχε εκτελέσει αυτό το νούμερο αμέτρητες φορές τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Όμως, ήταν ήδη πάνω από εξήντα. Και χρόνο με το χρόνο γινόταν όλο και πιο δύσκολο. Ήταν σε εξαιρετική φόρμα για την ηλικία του, αλλά ήταν πια γέρος και η αντοχή και η δύναμή του είχαν φθίνει με την πάροδο του χρόνου. Ήξερε όμως ότι μόλις βρεθεί μέσα στο νερό, η αλυσίδα θα γινόταν πιο ελαφριά λόγω της άνωσης.

Ο βοηθός πέρασε στην αλυσίδα ένα γάντζο, ο οποίος ήταν δεμένος στην άκρη ενός χοντρού καραβόσκοινου, που ήταν περασμένο σε ένα σύστημα από τροχαλίες στην οροφή της σκηνής. Έπειτα, πήγε σε μια κονσόλα που υπήρχε στη μια άκρη αυτής και άρχισε να χειρίζεται κάτι μοχλούς. Το σκοινί τεντώθηκε και ο μάγος άρχισε να αιωρείται. Σε λιγότερο από ένα λεπτό, ο μάγος βρισκόταν κρεμασμένος ακριβώς πάνω από τη δεξαμενή και τα πόδια του ακουμπούσαν στην επιφάνεια του νερού. Ο βοηθός, με θεατρινίστικη σβελτάδα, πήγε δίπλα από τη δεξαμενή, σήκωσε από κάτω μια λεπτή μεταλλική σκάλα και την τοποθέτησε στην άκρη της. ανέβηκε τα σκαλιά και έφτασε πάνω. Έβγαλε από την τσέπη του ένα στιλέτο και με πριονωτές κινήσεις έκοψε το καραβόσκοινο. Ο μάγος έπεσε μες στο νερό με το βάρος της αλυσίδας να τον τραβάει κατευθείαν στον πάτο του Κινέζικου Θαλάμου Βασανιστηρίων. Ο βοηθός κατέβηκε και απομακρύνθηκε από τη δεξαμενή, παίρνοντας μαζί του τη σκάλα. Η κουρτίνα έκλεισε.

Ο μάγος συγκεντρώθηκε. Το δέσιμο ήταν αληθινό και σφιχτό. Σε ένα τέτοιο νούμερο, οι θεατές πάντα προσπαθούν να προσέξουν κάποιο κόλπο στο δέσιμο και γι αυτό το λόγο είναι πάρα πολύ δύσκολο να τους ξεγελάσεις με ψεύτικους κόμπους και θηλιές. Όμως ποτέ δεν προσέχουν πώς ο μάγος τοποθετεί επιδέξια τα άκρα του προσπαθώντας να τα εκτείνει όσο μπορεί για να κρατήσει κάποια μπόσικα. Την ώρα που ο βοηθός τον έδενε, πήρε μια βαθειά ανάσα και με διακριτικές κινήσεις των μελών του είχε μεγαλώσει ελαφρώς τον όγκο του και έτσι τώρα χαλαρωμένος είχε κάποια περιθώρια κινήσεων, παρά το δέσιμο του βοηθού.

Με μια απότομη κίνηση έβγαλε το δεξί του ώμο. Σε δευτερόλεπτα το χέρι του βρήκε το δρόμο του ανάμεσα από τα στρώματα της αλυσίδας και ξεπρόβαλε μπροστά του μέχρι τον αγκώνα. Ο μάγος άνοιξε τα χείλη του και κρατώντας με τα μπροστινά του δόντια το κλειδί του λουκέτου, λύγισε το χέρι του προς τα πάνω και ταυτόχρονα έσκυψε όσο μπορούσε το κεφάλι του μπροστά. Τέντωσε το χέρι του και με τα ακροδάχτυλά του έπιασε το κλειδί και το κατεύθυνε προς το λουκέτο. Πριν προλάβει ακόμα να το βάλει στην κλειδαρότρυπα ένιωσε μια σουβλιά στο βγαλμένο του ώμο. Το χέρι του τινάχτηκε παρά τη θέλησή του και είδε το κλειδί να πέφτει αργά-αργά στον πάτο.

Προς στιγμήν τά ’χασε. Προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία του. Έπρεπε με κάποιο τρόπο να σκύψει μέσα σ’ αυτήν την καταραμένη στενή παγίδα θανάτου και να το πιάσει. Του ’χε ξανασυμβεί αυτό κάνα-δυο φορές στο παρελθόν, τότε ήταν όμως ακόμα ένας νεαρός μάγος και το σώμα του ήταν πιο ελαστικό. Παρ’ όλα αυτά πίστεψε ότι μπορεί να τα καταφέρει. Τουλάχιστον θα προσπαθούσε. Είχε ακόμα αρκετό χρόνο στη διάθεσή του. Ακόμα και στην ηλικία του, μπορούσε να κρατήσει την αναπνοή του αρκετά παραπάνω από όσο διαρκούσε το νούμερο. Έγειρε το σώμα του προς τα αριστερά ακουμπώντας το κεφάλι του στο γυάλινο τοίχο. Λύγισε τα πόδια του όσο του επέτρεπαν οι αλυσίδες, στρίβοντας ταυτοχρόνως τη μέση του. Με αυτή περίπου την ακολουθία κινήσεων, η οποία θύμιζε περισσότερο σκουλήκι από οτιδήποτε άλλο, κατάφερε να φέρει το σώμα του ανάποδα και το πρόσωπό του ακριβώς πάνω από το κλειδί. Τα χείλη και η γλώσσα του έπαιρναν πολλά και περίεργα σχήματα στην προσπάθειά του να το πιάσει στο στόμα του και σκέφτηκε ότι αν κάποιος τον έβλεπε θα έσκαγε στα γέλια με τις γκριμάτσες του. Τελικά όμως τα κατάφερε. Με μια παρόμοια ακολουθία κινήσεων, όπως αυτή που τον είχε φέρει ανάποδα ξαναγύρισε στην αρχική του θέση. Παρατήρησε με κάποια ανησυχία ότι οι αλυσίδες είχαν σφίξει κάπως. Το χέρι του όμως ήταν ακόμη ελεύθερο. Γρήγορα πήρε το κλειδί από το στόμα του και κρατώντας το σφιχτά το έφερε στο λουκέτο. Αυτή τη φορά κανένας πόνος, καμιά σουβλιά. Με προσοχή ξεκλείδωσε το λουκέτο και το έβγαλε από την αλυσίδα, οι δύο άκρες της οποίας απομακρύνθηκαν η μία από την άλλη.

Άρχισε να στρίβει το σώμα του αριστερά και δεξιά προκειμένου να χαλαρώσει το σφίξιμο και να αρχίσουν οι αλυσίδες να πέφτουν. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε. Το αίμα του μάγου πάγωσε. Προσπάθησε να τις τραβήξει με το ελεύθερο χέρι του. Τίποτα. Μέσα σε όλη την προσπάθειά του να πιάσει το κλειδί, οι αλυσίδες είχαν μπλέξει περισσότερο. Δε μπορούσε καν να ξαναβάλει το χέρι του μέσα. Ο αέρας του είχε αρχίσει να τελειώνει. Προσπάθησε να ωθήσει τον εαυτό του προς τα πάνω, όμως το βάρος της αλυσίδας δεν τον άφησε να φτάσει τη στάθμη του νερού. Πανικοβλήθηκε. Άρχισε να κινεί το σώμα του σαν τρελός. Γυρίζοντας πέρα δώθε και πηδώντας, με κάθε κίνησή του να καταναλώνει όλο και περισσότερο αέρα. Κατάφερε να χαλαρώσει λίγο την αλυσίδα, αλλά αυτό δε στάθηκε αρκετό. Συνέχισε με όλες τις δυνάμεις που του είχαν απομείνει να προσπαθεί να ελευθερωθεί, εξαντλώντας και τα τελευταία αποθέματα οξυγόνου. Ένιωσε τα πνευμόνια του να καίνε κολασμένα, παροτρύνοντάς τον να ανοίξει το στόμα για αέρα. Ένιωσε τα άκρα του να μουδιάζουν καθώς τα εγκατέλειπε το οξυγόνο. Η όρασή του άρχισε να θολώνει. Για μια στιγμή νόμιζε πως είδε τη γυναίκα του ζωντανή, όπως τη μέρα του γάμου τους. Έπειτα είδε το μοναχογιό του, το μονάκριβό του, για τον οποίο η γυναίκα του θυσίασε τον εαυτό της στη γέννα. Είδε τα εγγόνια του να παίζουν χαρούμενα στα πόδια του, ζητώντας του να τους κάνει μαγικά κόλπα με την τράπουλα. Και ύστερα σκοτάδι.

Ένιωσε την ψυχή του να βγαίνει από το σώμα του και να ανεβαίνει αργά, απαλλαγμένη από το βάρος της υλικής του υπόστασης. Είδε, ή μάλλον ένιωσε ένα φως να τον πλησιάζει. Και ξαφνικά αέρας. Άνοιξε το στόμα του και αέρας άρχισε να πλημμυρίζει τα πνευμόνια του. Το ρούφαγε αχόρταγα με μεγάλες ανάσες, φτύνοντας ταυτόχρονα το νερό που κατά διαστήματα έμπαινε στο στόμα του. Καθώς το οξυγόνο άρχισε να κυκλοφορεί ξανά στο σώμα του, άνοιξε τα μάτια του. Γαμώ το. Με κάποιο τρόπο κατάφερε τελικά να ελευθερωθεί και η άνωση του νερού τον ανέβασε στην επιφάνεια ακριβώς τη στιγμή που έχανε τις αισθήσεις του. Με τα χέρια του ακόμα ελαφρώς μουδιασμένα πιάστηκε από το χείλος της δεξαμενής.

Μόλις σηκώθηκε η κουρτίνα, ο μάγος στεκόταν μπροστά από τη δεξαμενή, στον πάτο της οποίας διακρινόταν ο σωρός της αλυσίδας. Ο μάγος στεκόταν με τα πόδια του σε στάση προσοχής, τα χέρια του ανοιχτά στο πλάι με τις παλάμες προς τα πάνω και το κεφάλι του είχε μια ελαφριά διαγώνια κλίση πάνω αριστερά. Στεκόταν εκεί, μπροστά από τον Κινέζικο Θάλαμο Βασανιστηρίων. Βρεγμένος. Λαχανιασμένος. Ζωντανός.

Η ηχώ από χλιαρά χειροκροτήματα έσπασε την ησυχία του σχεδόν άδειου, παλιού θεάτρου.





Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Χαβαλεε.

Ήρθε λοιπόν εκείνος ο ξενιαστος Σεπτέμβρης, για κάποιους που κάηκαν τα σπίτια τους κ για άλλους που χάσανε τους δικούς τους, οχι τόσο ξενιαστος, τελικα. Αλλα πάντα έτσι δε γίνεται; Στην ανθρωπότητα, κάποιοι υποφέρουν, και για άλλους απλά η ζωή συνεχίζεται. Και με προβλημάτιζε πολύ αυτό πάντα , ενώ λειτουργούμε σα ζώα, ξεχναμε τον πόνο του αλλου, δε μας νοιάζει, δε νιώθουμε, πάμε παρακάτω, λέμε και τι έγινε..;; άλλος ένας άνθρωπος πέθανε, πεθαινουνε χιλιάδες στον πλανήτη, κι εγώ θα πεθάνω κάποτε, μήπως θα με κλάψουν όλοι; Μη μπορώντας να πονεσουμε λοιπον,  με τον πόνο του αλλου, είμαστε κατά τα αλλα,  τα μόνα ενλογα ζώα στον πλανήτη. Αυτά που έχουν και λογικό και συναισθηματικό quality. Που ξεχωρίζουμε από τα αλλα ζώα, αλλα τελικά δεν πονάμε περισσότερο από το σκύλο που έχασε την ουρά του, γιατι του την κόψανε.

Ελπιζω μόνο οι άνθρωποι αυτοί που  γλίτωσαν από  εκείνες τις τρισαθλιες πυρκαγιές του 2007 που ήταν εφαλτήριο για να ξεσπάσουν, κι άλλες αργότερα , κι άλλες τόσες, ελπίζω αυτοί, να μπόρεσαν να επιζήσουν και κάπως να πήγαν παρακάτω γιατί σιγουρα, το κράτος, ξέρουμε όλοι ότι δεν τους πήγε παρακάτω...αλλα τους άφησε εκει, ξεχασμένους.

Για μένα λοιπόν, που βλέποντας τωρα τη ζωή μου επτα χρόνια μετα, που η ζωή ήταν πιο ξενιαστη, σίγουρα πιο ξενιαστη,  για μένα, ετοιμαζόταν κάτι πολύ πρωτόγνωρο , πολύ φοβερό, πολύ τρομακτικό, σαν εμπειρία πολύ δύσκολο , να ξεκινήσει.. πολύ πικρό στη γεύση, πολύ δυνατό σα συναίσθημα, σα πυροτέχνημα πολύ δελεαστικό, σαν εμπειρία για να το ζήσω, πολύ κουραστικο πια, γιατί δε μου αρεζαν και πολύ συνήθως τα εξτριμ σπορ αλλα τα "ιδιαίτερα", αυτα που δεν τα δοκιμαζει κανεις, γιατι δεν ξερει να τα εκτιμήσει, αυτα που τα ακους και σου κάνουν εντύπωση και αναφωνεις, "Αααα, αληθεια; Το κανεις εσυ αυτο;" Αυτα μ αρεσουν. Τα περιεργα.... Ενα τέτοιο σπορ ήταν κι αυτός που ήρθε δυστυχώς σαν κεραυνός στη ζωή μου...

Δε θυμαμαι τι ώρα ήταν ακριβώς οταν πρώτο έλαβα ενα μηνυμα στο προφίλ μου, απο αυτο το σάιτ. Τα κοιτουσα συχνα, αλλα όχι πάντα πια. Ηταν πρωι; Μεσημερι; Βραδυ;
Βασικά δεν ήταν μια ώρα συγκεκριμένη, ήταν πολλές, ήταν ενα μήνυμα στο προφίλ, και δύο μηνύματα στο προσωπικο μου τσατ, που με έκαναν να αλλάξω γνώμη και να πάψω να τα αγνοω και να απαντήσω θετικά στο κάλεσμα. Ειχα αποφασίσει πλέον, ότι τέρμα τα μηνύματα, τέρμα τα ιντερνετικα καλέσματα, τέρμα τυφλά ραντεβού, και στο παρά ενα, ήρθαν αυτά τα μηνύματα, που ειχα αποφασίσει πως δεν θα απαντήσω, αν και προσπαθουσα να αντισταθω, σκεφτομουν οτι δεν ηταν και πολυ ευγενικο  να μην του πω έστω ενα "δεν ενδιαφέρομαι". Εκει πρεπει να απαντας, εστω κι αν δεν ενδιαφερεσαι για να ξέρει ο αλλος τι του γίνεται και πια υποψηφια ραντεβου ειναι διαθέσιμα. Ηθελα να μην του απαντησω, κι απλα ήλπιζα να το καταλάβει μόνος του, αλλα πως; Να μυρισει τα δαχτυλά του; Που να ξερε κι εγώ τι τρέλα κουβαλάω;...

Ήταν ενα μήνυμα αναγνωριστικό, και δύο επόμενα επίμονα από ενα παντελώς ξενέρωτο ψευδωνυμο. Μα πραγματικά, λίγο αν ασχολησε με τον κόσμο του cyber dating , δε διαλέγεις ενα nick που σε λεει "χαβαλέ". Μα "χαβαλέ" καλέ μου άνθρωπε;;; Ποια θα σε πάρει στα σοβαρά, και δε θα σκεφτεί ότι θέλεις να δουλεψεις τον κόσμο;; Και απλα να κανεις αυτο που λες... χαβαλέ!
 Πες μου μια που δε θα σκεφτεί ότι θα θέλεις να κάνεις χαβαλέ μαζί της και τίποτα περισσότερο... Κι όμως οχι, αυτό το ηλίθιο ψευδώνυμο, έκρυβε από πίσω ενα κείμενο, που δεν έκανε καθόλου χαβαλε. Χωρίς φωτογραφια φυσικά, απλά ενα κείμενο που δε σου άφηνε περιθώρια να μην του απευθυνεις το λόγο, έστω κι από περθεργεια..

- Δεν σε έπεισα Ε;

Κι όμως, έχει την εξήγηση του, .. πρώτον η έλλειψη φωτογραφίας, εκτός από τον πολύ σοβαρό λόγο που κρύβει από πίσω, σημαινει, και το "δε θελω να χάνω το χρονο μου με ανόητα κοριτσοπουλα που δίνουν έντονη σημασια στην εμφάνιση, οποτε αν εισαι μια τέτοια δινε του".
Δεύτερον διάβασε το κείμενο, μου που σημαίνει ότι αν εγώ κι εσύ αποφασίσουμε ότι δε χάνουμε το χρονο μας, να σαι σίγουρη ότι θα περάσεις πολύ καλά... ( εξαρτάται.. πως το βλέπει ο καθένας το "καλά")
Τελικά αυτή η ζωή, κι άργησα πολύ να το καταλάβω, μάλλον άρχισα να το καταλαβαίνω από το 2007, μου δίνει συνέχεια παρά πολλά μαθήματα, ενα από αυτά ειναι, το ότι εσύ μπορεί να βλέπεις ότι η ζωή σου ειναι μαύρη κι αράχνη, αλλα για κάποιον άλλον, που ζει καλύτερα η χειρότερα δεν έχει σημασία, και να έχει να σου πει : "Ναι, οκ... Αλλα αυτό, μπορείς να το δεις, κι έτσι... Και τελικά να μην ειναι τόσο χάλια όσο νομίζεις..."



-" Μπορεί να ξεπερναω για ενα χρονο τον ηλικιακό περιορισμό σου, αλλα αν δεν ειναι για σένα πρόβλημα αυτό, θα ήθελα να σου μιλήσω. " Τι τζέντλεμαν !! Πάντα έδινε χώρο στον άλλον που είχε δίπλα του, αλλα αυτό ήταν και η μπανανοφλουδα. Εγώ ειχα ξεχάσει ότι στον ηλικιακό περιορισμό μου , δηλαδή, μέχρι ποιας ηλικίας θελω να ειναι το άτομο που θελω να γνωρίσω, ήταν το 36. Δε θυμαμαι καν, αν το έκανα συνειδητά, η αν μέτρησα με τα δαχτυλακια μου, ενα, δύο, τρία, τέσσερα,.... Μέχρι το 11 και είπα Α! οκ, εδώ σταματάμε!! Μωρε τι μας λες; Τα μετρησες καλά;; Και ήταν 11; Κι αν ειναι δώδεκα, δε θα σε πειράξει;;

- Αν ειναι να βρω αυτό που θελω .... ;;; - Οχι!




Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Και εγενετο...Μορφογενεσης

Το καλοκαιρι τελειώνει, ενα ομολογουμένως πολύ ζεστο καλοκαιρι,  που πλησιαζε στο τέλος του... Ελαφρώς απογοητευμένη αλλα και πολύ ζεσταμενη για νέες περιπέτειες...

Έχω σχεδόν γνωρίσει το τελευταίο διάστημα τη μισή Θεσσαλονίκη και περίχωρα από το ίντερνετ έχοντας ζήσει αρκετές περιπέτειες γιατί είχα ανάγκη να το ρίξω λιγο έξω και βασικα είχα ανάγκη να γνωρίσω ανθρώπους και να μαζέψω εμπειρίες και μάλιστα λιγο γρήγορα, έφτασα πια στο σημείο  που είπα "στοπ", "φτάνει", δεν πάει άλλο, σιχαθηκα , μπουχτησα, βαρέθηκα... θέλω  να σταματήσει ολο αυτο... Δεν πάει άλλο... Πού θα φτάσεις;; Ως ποτέ θα συνεχίζεται ολο αυτο;;; Ενα τέλος δεν υπάρχει;;... Μιλούσα πλέον στο ίντερνετ απλά για να μιλάω με καποιους, με οποιονδηποτε, για παρεα...για συντροφια,  και αν τύχει και κάτσει κάτι που θα μου τραβήξει την προσοχή καλώς,,, αλλα δε θέλω να βλέπω κανέναν!! Τέρμα!! Δεν βγαίνω άσκοπα ραντεβού...

Ως που...

Ποιος τώρα να μου πει ότι δεν πιστεύει στο κάρμα;; Ότι όλα είναι τυχαία, συμπτώσεις.. μια ιστορία που ερχόμαστε όλοι να ζήσουμε , μια συνηθισμένη ιστορία σαν όλες τις άλλες...Κατι που διάβασα προχθές και δεν πολυκαταλαβα ήταν ενα μπλογκ με το όνομα Μορφογένεση, φοβερή λέξη... Πρώτη φορά την ακούω... Λοιπόν, εν ολίγης και επειδή δεν πολυκαταλαβα, πάει να πει ότι είμαστε ικανοί αν σκεφτόμαστε κάτι παρά πολύ, του τύπου όμως να μας γίνει εμμονή, του τύπου να ζούμε σαν να το ζούμε ήδη, πχ πες ρε παιδί μου, θες να γίνεις παρά πολύ πλούσιος.. και ας είσαι παλιομπατηρης, σκέφτεσαι, πράττεις , ενεργείς και νιώθεις σα να είσαι ζάμπλουτος , αυτο λέγεται τέχνη της συνειδητής δημιουργίας, δεν καταλαβαίνεις τίποτα;; Ούτε εγω. Δεν εχει σημασια..αρκει να νιώθεις.. να σκέφτεσαι το στόχο σου...Τιποτε αλλο, μόνο αυτο.
Κενό........
σελιδα λευκή....
.......... στόχος! Και γίνεται ρε παιδί μου! Ως εκ του θαύματος γινεται!

Αυτο το πράγμα, που δεν είχα ιδέα ότι είναι ενα ολόκληρο κίνημα, με απώτερο και ενδελεχή σκοπο να αφυπνίσει τους Έλληνες από τον υπνωτισμο, μου εχει συμβεί τρεις φορές. Ειναι κατι πέρα απο το απλο .."οταν θελεις κατι πολυ, ολοκληρο το συμπαν συνωμοτει μαζι σου για να το πετυχεις.." Αυτο ειναι μια φραση για τα παιδακια του Δημοτικου.  Σ αυτην την περιπτωση όμως, πρεπει να παιζουν ρόλο κι αλλοι πολλοί παράγοντες, για να συμβει το επιθυμητό.
 Η πρώτη ήταν στα δεκαεφτα μου... Μετά από τα χρονια της εφηβείας που πέρασα μόνη χωρίς φλερτ, ρομανς, και σχέσεις, είχα φτάσει στο αμήν και έλεγα δεν πάει αλλο... το έχω ανάγκη πρέπει να μου συμβεί, πρεπει κατι να γίνει, δε μπορεί να ειμαι μόνη τοσα χρονια και να μη μου εχει πει ψυχη ζώσα, ενα απλο "μου αρέσεις". Ναι παρακαλω,...δεν κανω πλακα, εχει συμβεί. Δεν το ανεχομαι πλέον αλλο αυτο για τον εαυτο μου, θα αρχισω να με κοροϊδευω..Και ξύπνησα, θυμωσα, τα πήρα αγρια με την τυχη μου, ... σφίχτηκα μέσα μου, φώναξα , τσίριξα στο σύμπαν, απευθυνθηκα σε μια ανωτερη δύναμη που μας κυβερνα, (ποιος απασχολει τον Θεο με τετοιες αηδιες...Και το 12θεο μια χαρά κάνει δουλεια.)  του είπα...
-Ψιτ, εσυ, εκει πάνω, με αδικίες κατάφορα, αντε ξυπνά γιατι τα έχω πάρει,στείλε μου κάτι, μια κατσίκα, εναν τράγο...οχι ψέμματα, εναν γκόμενο, ψιλο μελαχρινο , γαλανοματη, οτι θες ρε παιδι μου...μα ειναι δυνατον;; Ποιος με ξεχασε;

Ήταν αρχές Δεκέμβρη του 1999, που ειπα αρνούμαι, συγκεκριμένα ειπα, μου απαγορεύω να περάσω αλλα Χριστούγεννα χωρίς να έχω έναν γκόμενο, και τέλος! Και φωναζα, και ξανά τσιριξα... "Άκουσες τι σου ειπα; Σου απαγορεύω!" Και ρε παιδιά,..χωρις πλάκα, ήρθε ο πρώτος... με τον πιο αναπάντεχο, ρομαντικο, και ενθουσιώδη τροπο, καταμεσης Χριστουγεννα!! Και κουκλος, οχι τραγος.  Τωρα πες μου το πιστευεις;; Δωδεκα παρα ενα τα φτιαξαμε! Μα τι ζω;; Με το καλησπερα σας, ειπαμε..."τωρα εμεις τα εχουμε;" , Ε, ναι! Τι με πολιορκεις ολο το βραδυ για να ερθω αυριο σπιτι σου να πλεξουμε;
   Με φρεσκάδα, σεξ απιλ , και τόλμη. Μου όρμησε, δε μου χτύπησε απλά την πόρτα ο έρωτας, μου χύμηξε κυριολεκτικά. Δεν μου αφηνε περιθώρια επιλογής... Σα να μου λέει,.. " Αυτός είμαι , αυτο σου έτυχε, πάρτο, κι αν φάς τα μούτρα σου, περαστικά σου,  δε φταίω εγω... εσύ το ζήτησες, εσύ το διάλεξες,.. μας πήρες τα αυτιά..." ( Σιγουρα δουλεια του δωδεκαθεου, μισες δουλειες..για να σου δωσουν κατι πρεπει να σου παρουν κάτι άλλο, γαμω τον Δια και την Αφροδιτη μου!!)

Καλοφαγοτο λοιπόν, και να μας θυμάσαι...

Και σας θυμάμαι λέει;... Ξεχνιούνται όλα αυτά που πέρασα; Κι όμως εκ πρώτης ολο αυτο,  το προκάλεσα μόνη μου... Ας ζήσουμε λοιπόν, να τον θυμόμαστε αυτόν τον έρωτά...








Επικοινωνία

Η Γωγώ τελείωσε με το τάισμα του μωρού της και το έβαλε για ύπνο στο λίκνο του. Είχε ήδη κλείσει τα ματάκια της και το προσωπάκι της φαινόταν γαλήνιο. Τη σκέπασε καλά και τη φίλησε στο κεφαλάκι της. Έπειτα, πήγε στο καθιστικό και άφησε τη συσκευή της ασύρματης ενδοεπικοινωνίας δίπλα στην τηλεόραση. Άνοιξε την τηλεόραση, ξαπλώθηκε στον τριθέσιο καναπέ της με το τηλεκοντρόλ στο χέρι και βολεύτηκε κάτω από τα σκεπάσματα.

Ήταν μια δύσκολη μέρα και αισθανόταν απίστευτα κουρασμένη. Ήταν η τρίτη μέρα που είχε βγει από το μαιευτήριο. Ήδη από την προηγούμενη, ο άντρας της έφυγε για δρομολόγιο και δε θα γύριζε πριν από την άλλη εβδομάδα. Το σπίτι ήταν άνω κάτω και ένα σωρό δουλειές την περίμεναν. Τώρα με το παιδί, όλα αυτά της φάνταζαν βουνό. Επιπλέον, χώρια του ότι η μπέμπα της ήθελε συνεχώς φροντίδα, έπρεπε να φροντίζει και για τον εαυτό της. Τουλάχιστον τα βασικά. Να πλυθεί, να ξεκουραστεί και να φάει… Να φάει. Μόλις έκανε αυτή τη σκέψη ένοιωσε μια λιγούρα. Ήταν όμως τόσο κουρασμένη για να σηκωθεί. Ούτως ή άλλως δε θυμόταν να υπάρχει έτοιμο φαγητό στο ψυγείο. Αν η μητέρα της ζούσε, θα ‘ταν αλλιώς τα πράγματα. Αλλά είχε καιρό που τους είχε αφήσει.

Αν ήταν εδώ, θα τη βοηθούσε. Θα της καθάριζε, θα της έπλενε τα ρούχα, θα σιδέρωνε, θα της μαγείρευε… μμμ…. Της ήρθε η μυρουδιά από φρεσκομαγειρεμένο, αχνιστό φαγητό... Πάνω απ’ όλα όμως, θα είχε κάποιον να ρωτήσει για το παιδί. Τι να το κάνει, όταν κλαίει, πώς να το ταΐζει. Η πείρα της, θα της ήταν πολύτιμη. Θα μπορούσε να βασιστεί πάνω της. Θα ένοιωθε σιγουριά. Άλλωστε, αυτή ήταν που την είχε μεγαλώσει. Και θα τη βοηθούσε να μεγαλώσει και τη μικρή.

Κάποια στιγμή θα τελειώσει η άδειά της και πρέπει να γυρίσει στη δουλειά. Πρέπει να βρει κάποιον να κρατάει το παιδί. Έναν ξένο. Ενώ η μητέρα της θα ήταν δικός της άνθρωπος. Θα την εμπιστευόταν. Αυτές οι σκέψεις έκαναν την απουσία της ακόμα πιο επώδυνη. Θυμήθηκε πόσο είχε κλάψει στην κηδεία της. Ήταν ένα έντονο, πηγαίο, αληθινό κλάμα. Τελικά, όσο μεγάλος και να ‘σαι, η απώλεια της μάνας είναι κάτι που δεν επουλώνεται. Γιατί η μάνα με το παιδί έχει ένα ξεχωριστό, μοναδικό δέσιμο. Αυτό το συνειδητοποιούσε τώρα, που μια καινούρια ψυχούλα κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο.

Ένοιωσε μια ψύχρα και χώθηκε πιο βαθιά στη χνουδωτή κουβέρτα της. Στην τηλεόραση έπαιζε μια αδιάφορη αστυνομική σειρά μυστηρίου. Όχι ότι καλύτερο, αλλά ούτως ή άλλως δε θα αργούσε να την πάρει ο ύπνος. Της άρεσε να την παίρνει ο ύπνος μπροστά στην τηλεόραση. Ήταν μια συνήθεια που είχε από τότε που ήταν μικρή. Καθόταν ξαπλωμένη και παρακολουθούσε τηλεόραση και μετά από λίγη ώρα τα μάτια της έκλειναν και με δυσκολία προσπαθούσε να τα κρατήσει ανοιχτά. Αλλά η δύναμη της τηλεόρασης ήταν πολύ μεγάλη - όπως της άρεσε να σκέφτεται - και τελικά παραδινόταν σε ένα γλυκό ύπνο.

Το λαμπάκι της ενδοεπικοινωνίας άναψε για μια στιγμή. Η Γωγώ τέντωσε τα αυτιά της και περίμενε. Το λαμπάκι άναψε ξανά και έμεινε ανοιχτό για λίγα δευτερόλεπτα, όμως δεν ακούστηκε κάτι. Δυνάμωσε την ένταση και κόλλησε τη συσκευή στο αυτί της. Ύστερα από λίγο το λαμπάκι άναψε ξανά. Στο αυτί της τώρα ήρθε ένας ήχος. Στην αρχή της φάνηκε σα μουρμουρητό. Κράτησε την αναπνοή της προσπαθώντας να ακούσει καλύτερα.

Αυτό που ακουγόταν δεν ήταν σίγουρα το κλάμα της μικρής. Θα το καταλάβαινε αμέσως και χωρίς δυσκολία. Ο ήχος φαινόταν να έρχεται από μακριά, βαθιά μέσα από το ηχείο της συσκευής και έμοιαζε να έχει κάποιου είδους ρυθμό. Η καρδιά της άρχισε να χτυπά πιο δυνατά. Γιατί αυτό που άκουγε τώρα της φαινόταν ανεξήγητα οικείο. Οι τρίχες στο σβέρκο της σηκώθηκαν όρθιες και ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί της απ’ άκρη σ’ άκρη, μόλις συνειδητοποίησε τί ήταν αυτό που άκουγε. Ήταν το νανούρισμα που της έλεγε η μητέρα της όταν την έβαζε για ύπνο:

Κοιμάται το παιδάκι μου και ποιός θα το ξυπνήσει,
Τ’ αηδόνι της ανατολής ή το πουλί της δύσης;
Κοιμάται το παιδάκι μου και πως να το ξυπνήσω,
Να πάρω το ροδόσταμο, να το δροσολογήσω;
Κοιμάται το παιδάκι μου, και πως να το ξυπνήσω;
Να το ξυπνήσω με φιλί, για να γλυκοξυπνήσει;
Κοιμάται το μωράκι μου, κανείς μην το ξυπνήσει,
Ώσπου να ‘ρθει η μάνα του να το γλυκοφιλήσει

Χρειάστηκε να καταβάλει αρκετή προσπάθεια για να ξεφύγει από την υπνωτιστική γητειά του νανουρίσματος, αλλά τελικά κατάφερε να σηκωθεί όρθια. Με την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή, κατευθύνθηκε προς το υπνοδωμάτιο. Μόλις άνοιξε την πόρτα παρέλυσε και η συσκευή ενδοεπικοινωνίας - που την κρατούσε ακόμα - της έπεσε από το χέρι.

Μια σκοτεινή μορφή ήταν σκυμμένη πάνω από το λίκνο του μωρού. Έκανε να ορμήσει μπροστά προς το παιδί της, αλλά δεν μπόρεσε να κουνηθεί. Αντ’ αυτού, παρέμενε κοκαλωμένη από τρόμο στη θέση της. Το νανούρισμα, που ακουγόταν ακόμα από τη συσκευή στο πάτωμα, σταμάτησε. Η μορφή σηκώθηκε από το λίκνο. Ύστερα, αργά, στράφηκε προς το μέρος της. Και τότε το δωμάτιο φωτίστηκε από μόνο του. Και αυτό που αντίκρισε απέναντί της ήταν το λαμπερό πρόσωπο της μητέρας της, να της χαμογελάει και να την κοιτά στοργικά, με τα μεγάλα, πάντα υγρά μάτια της.

Ξύπνησε στον καναπέ. Η συσκευή ενδοεπικοινωνίας ήταν στο χέρι της. Το λαμπάκι ήταν σβηστό. Στην τηλεόραση, ένας καλογυμνασμένος τύπος επιδείκνυε ασκήσεις με ένα καινούριο, επαναστατικό όργανο εκγύμνασης κοιλιακών. Σηκώθηκε απότομα πάνω και όρμησε προς το δωμάτιο. Άνοιξε την πόρτα και έτρεξε στην κούνια. Το μωρό της ήταν εκεί, όπως το έβαλε για ύπνο και κοιμόταν σαν αγγελούδι. Ζεστά δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της. Η μητέρα της θα ήταν μαζί τους. Να τις φυλά και να τις προσέχει. Για πάντα.







Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Wed talking

Ήταν ένας υπέροχος γάμος που τα είχε όλα, συγκίνηση, κέφι, χορό, συγγενείς, μια πολύ όμορφη νύφη! Χαίρομαι που σιδέρωσα έστω και δυο τραπεζομάντηλα , που εκανα κάτι, και με την ευχή να με βρει κι εμένα σύντομα ο νέος χρόνος στα λευκά... ποσο πολύ το ήθελα, ποσο το ονειρευόμουν χρονια πριν, από τα 23 μου. Βασικα από τα δεκαοκτω μου ονειρευόμουν να ζήσω το ονειρο της πριγκίπισσας που συναντάει τον πρίγκιπα , κι ας ήταν και στα μαύρα, βρε αδερφέ,.. δε θα με πείραζε.. αρκεί να ερχόταν... Έλα όμως που δεν ήρθε ποτέ κι αν ήρθε, ήρθε με πολλούς περιορισμούς..

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

When Septemper starts..

Σε ενα μηνα από τότε θα αποφάσιζα να ξαναδώσω το Toefl γιατί στο πρωτο τεστ είχα πατωσει. Να μην πω για την ανεκδιήγητη καθηγήτρια αγγλικων που δε με βοήθησε διολου στην προετοιμασία του τεστ, ότι πληρώθηκε κανονικά αλλα η δουλειά της δυστυχώς δεν ήταν καλή, και μου τσεπωσε και τα βιβλία ολοκαίνουρια παρακαλώ! Με το έτσι θέλω.. Τι να πεις; Καλή της ωρα..


Τον Αλεξ τον ξεπροβόδισα στο αεροδρόμιο Μακεδονία ο οποίος με παρακαλούσε να πάω να τον βρω στη Βοστόνη... Θεός φυλάξει ... Μετά από δυο one night, 3 γευματα σε ταβέρνες της Θεσσαλονίκης κ ενα ποτό στα Starbucks στο λιμανι, με πηρε κ σοβαρά και θέλησε να τον ακολουθήσω... σε κάποιο τσατ, μόνο απόγευμα, λόγο διαφοράς ώρας με έβρισε και τσατίστηκε επειδή έδειξα να μην ενδιαφέρομαι..

-Όχι χρυση μου, "που πάω και μπλεκω.. " εμπειρίες είναι αυτά... Ένας ψηλός ξερακιανος, μελαχρινος γαλανομάτης φλώρος, ελληνοαμερικανος ήταν, πως αλλιώς να τον περιγράψω ... τι παρά πάνω θέλεις;;; Καλή του ωρα όπου και να ναι κι ελπίζω να βρήκε τελικά παπούτσι από τον τοπο του γιατί είχε φαγωθεί... Άσε που δε μπορούσα και να συνεννοηθώ μαζί του... Άλλα έλεγα εγω αλλα καταλάβαινε αυτος... στη γλώσσα του σώματος καλυτέρα τα πηγαίναμε... αλλα και πάλι,... σαν να διάβαζα τον Ριζοσπάστη.

Ανακούφιση,... πάει κι αυτός

Μιλάω με τον κι.Γιώργο στο msn μεγαλοδημοσιογραφο ναυτιλίας από το Βήμα. -Τι να κάνω κι.Γιώργο μου;; Δε βρισκω άκρη πουθενά, ούτε στα προσωπικά ούτε στα επαγγελματικά... Με στέλνει να δώσω μια συνέντευξη σε μια ναυτιλιακή στη Θεσσαλονίκη την Arkas co. τουρκική που διεύθυνε ένας γνωστός του... Χμμ μόνο που δε μου δώσαν καμία μπάρμπι στην εξοδο να συμπληρώσω τη συλλογή με τα παιχνιδακια μου... Με βρήκανε λέει πολύ ρομαντική για να αντέξω στις απαιτήσεις της δουλειάς και δεν είχαν κι αδικο οι άνθρωποι.. Με πλήγωσαν βέβαια, και μου έμεινε απωθημένο αλλα τους κατανοώ.. Καλή τους ωρα...

Δεν άφησα  όμως εκεινο το καλοκαιρι δευτερόλεπτο να πάει χαμένο, συνέχισα τις αναζητήσεις μου, έτρωγα τα μούτρα μου, αλλα τα έτρωγα  άγρια άγρια όμως και ξανασηκωνόμουν.

Δε βαριέσαι, 16 Σεπτεμβρίου έχουμε γάμο, παντρεύουμε την ξαδέρφη μας.. ας γίνει αυτό και βλέπουμε που θα κατευθυνθούμε




Τρίτη 6 Μαΐου 2014

25 Αυγουστου 2007

Είμαι στο σπίτι της γιαγιούλας μου στη Θεσσαλονίκη , κοντά στην Ανάληψη, ντάλα καλοκαιρι, στρωμένο στο χωλ ενα τραπεζάκι ξύλινο , ίσα ίσα χωράς να περάσεις στην κουζίνα, απλωμένο φάτσα φορά το λαπ τοπ, κ έχουν πάρει φωτά τα τεστ για το Toefl. Είμαι ηλιοκαμεμμενη, φοράω ενα πράσινο μακρύ μπλουζακι bsb από το 2003 κι ενα χοτ σορτς λευκό, ποδαράκια λεπτά σα κεράκια της λαμπρής,  53 κιλά τοπ κ η γιαγιά μου ακούει τελεβιζιον στη διαπασών... κλασσικά...

Ανάμεσα από τα τεστ παίρνουν φωτιά κ τα μηνύματα στο msn, -γεια σου τι κανεις είμαι ο Γιωργος, ...-καλα ευχαριστώ, εσύ; -γεια είμαι ο Αντώνης μήπως ενοχλώ ( τι να ενοχλείς ρε μαλακα; το κουδούνι μου βαρας;) -γεια σου, είσαι κούκλα, πότε θα βρεθούμε από κοντά; ο Σπύρος, ο Κώστας (ειδικά από αυτό παρά πολλοί, πόσους έχουμε αλήθεια;;;;) , ο Γιαννης (κι από αυτούς... ) , ο Γιωργος, ο Φίλιππος, ο Πέτρος, ο Μακης, ο Σακης, ο Νίκος (μπλιαχ...) ο Χρήστος (πιλότος...μανάρι...τι θυμάμαι τώρα,...) ο Λευτέρης, ο Αλεξ....ο ποιος;;;ο Αλεξ ;;; hi, I am John Alex who are you? Nice to meet you, you are so beautiful... Jesus! Εδώ,... ας σταθούμε... ψηλός , μελαχρινος, γαλάζια μάτια, ελληνοαμερικανος 3ης γενιάς, που έλεγε μόνο γιαγιά , παππού κ αυγολέμονο .. ντιπ βλαμμένο άτομο κάνει τουρ στην Ελλάδα για διακοπές....

Στην τίβι, η Ελλάδα καίγεται! έκτακτο  μετά το έκτακτο.... τα χωρια της Ηλίας τυλίγονται στις φλόγες... τι γίνεται ρε παιδιά;; Έξω 40 υπό σκιαν, και πασχίζω να τελειώσω τα τεστ γιατί το απόγευμα δίνω εξαιτασεις σε ενα κεντρο εξεταστικό στη διαγώνιο κι εμένα εκτός από την Ηλία εχει πάρει φωτιά ο κωλος μου... το ανεμηστηρακι δίπλα μου δουλεύει αδιάκοπα γιατί η δροσιά από το πέρα δωμάτιο που είναι το air condition δε με πιάνει, η γιαγιά κανει κάτι εύκολο να φάμε κ τη βοηθάω να το τελειώσει...

Κάνω  ενα διάλλειμα στο μπαλκόνι για τσιγάρο κ ice tea και τα τηλέφωνα  παίρνουν φωτιά.. ο Αλεξ επιμένει πως αν δεν με γνωρίσει τώρα που έρχεται στο Ελλάδα δεν θα εχει δει τίποτα από Ελλάδα και του κάνω την χάρη να με δει... ως αξιοθέατο...Τον αποφεύγω μια δυο μέρες μέχρι να τελειώσω το τεστ... στο οποίο  πατώνω και νομίζω ότι έχω γράψει για 100!

Baby I want to see you,... will you come to take me from the airport??? ( Σιγά να μη...γελοιε... ηθελε να γλιτώσει ταξί ο σπάγκος)




Την επόμενη τον συναντώ στο Ιμπεριαλ Πάλας 12.00 το μεσημέρι...
  γιαγιά : -που θα πας ;
   -έχω ενα ραντεβού
   -να προσέχεις...





Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Φίλος

Ο Άρης παρακολουθούσε συντετριμμένος το φέρετρο του φίλου του να το καλύπτει το χώμα. Το επίμονο ψιλόβροχο τον είχε κάνει μούσκεμα μέχρι τα κόκκαλα, αλλά δεν φαινόταν να το είχε καν προσέξει. Απλώς καθόταν εκεί, μην μπορώντας να πιστέψει πως δεν θα ξανάβλεπε ποτέ πια τον Αντρέα, τον καλύτερο φίλο του. Τον μοναδικό φίλο του.

Ο Άρης ήταν αυτός που φώναξε τους γείτονες όταν τον βρήκε να κάθεται ασάλευτος στον καναπέ. Ο γιατρός που ήρθε μετά απλώς διαπίστωσε το θάνατό του. Ανακοπή καρδιάς. Ναι, ο Αντρέας είχε αδύναμη καρδιά παρά το νεαρό της ηλικίας του. Είχε όμως μια μεγάλη καρδιά.

Ο Αντρέας ήταν αυτός που τον είχε βοηθήσει όταν τριγύριζε στους δρόμους, γυρεύοντας από τους περαστικούς να του δώσουν κάτι να φάει. Ο Αντρέας ήταν ο πρώτος που του μίλησε γλυκά, που όχι απλώς τον λυπήθηκε, αλλά τον συμπάθησε κιόλας. Τον πήρε να μείνουν στο σπίτι του. Ήταν ένα άθλιο ημιυπόγειο δωμάτιο σε ένα εγκαταλειμμένο νεοκλασικό. Από το μοναδικό σπασμένο παράθυρο έμπαινε λιγοστό φως και οι γωνίες του δωματίου είχαν μαυρίσει από την υγρασία. Ήταν όμως ένα σπίτι. Η σχέση τους γρήγορα εξελίχθηκε σε μια δυνατή φιλία. Ίσως γιατί ήταν και οι δυο τους ορφανοί και κατά κάποιο τρόπο καταλαβαινόντουσαν. Ίσως γιατί και οι δυο είχαν βρει ο ένας στον άλλο ένα στήριγμα. Το γεγονός ήταν πως ήταν πια αχώριστοι.

Ο Αντρέας ήταν ένα χαμίνι, ένα κλεφτρόνι του δρόμου. Σύντομα ο Άρης έγινε συνεργός του στην παρανομία. Η αγαπημένη τους τακτική ήταν σχετικά απλή. Πρώτα διάλεγαν το θύμα. Συνήθως ήταν κάποιος μικροπωλητής, από αυτούς με τους υπαίθριους πάγκους. Έπειτα, ο Άρης τους τράβαγε την προσοχή για να προκαλέσει αντιπερισπασμό. Ο Αντρέας καραδοκούσε παραπέρα και μόλις έβρισκε ευκαιρία βούταγε κάτι από τον πάγκο, αν είχε τίποτα φαγώσιμο ή στην καλύτερη περίπτωση, αν το κεσεδάκι με τις εισπράξεις δεν ήταν κρυμμένο, έβαζε το χέρι μέσα και άρπαζε όσα ψιλά μπορούσε να χωρέσει η παλάμη του και, αν όλα πήγαιναν καλά και δεν τους έπαιρναν χαμπάρι, απομακρύνονταν σιγά-σιγά σαν κύριοι. Δεν ήταν όμως λίγες οι φορές που διανύσαν τη μισή πόλη τρέχοντας, με κάποιον έξαλλο μπάρμπα να τρέχει ξοπίσω τους.

Πέρασαν έτσι κάμποσα χρόνια. Όμως οι κακουχίες είχαν καταβάλλει την προβληματική καρδιά του Αντρέα. Είχε γίνει πιο αργός στο τρέξιμο. Μερικές φορές, την ώρα που έτρεχαν σταμάταγε και κράταγε το στήθος του. Αφού κάποια φορά, ένας παγωτατζής μόλις που δεν τους τσάκωσε. Όμως ο Αντρέας δεν του έλεγε τίποτα. Δεν ήθελε να τον κάνει να ανησυχεί. Έλεγε απλώς ότι μάλλον είχε κρυώσει. Και να που τώρα είχε γίνει το κακό.

Ο Άρης έμεινε τρεις ολόκληρες μέρες ασάλευτος δίπλα από τον τάφο του φίλου του, μέχρι που ο φύλακας του νεκροταφείου τον πήρε χαμπάρι και τον πέταξε έξω. Προσπαθώντας να συνέλθει κατευθύνθηκε προς το σπίτι τους. Όμως άλλη μια δυσάρεστη έκπληξη έκανε την καρδιά του να σφίξει. Μία μπουλντόζα είχε ισοπεδώσει το κτίριο και φόρτωνε τα μπάζα σε ένα φορτηγό. Αμέσως η εικόνα της προηγούμενης ζωής του, πριν γνωρίσει τον Αντρέα, ξαναζωντάνεψε μπρος στα μάτια του, κάνοντας την απώλεια του φίλου του ακόμα πιο δυσβάσταχτη. Περιπλανήθηκε όλη νύχτα ώσπου τελικά βρήκε καταφύγιο σε μια απάνεμη είσοδο ενός καταστήματος ρούχων.

Η επόμενη μέρα τον βρήκε να τον ξυπνά ένας κακόκεφος μαγαζάτορας με μια κλωτσιά στα πισινά. Πετάχτηκε όρθιος και νιώθοντας πολύ αδύναμος για να υπερασπιστεί την αξιοπρέπειά του, απομακρύνθηκε με σκυμμένο το κεφάλι. Κάθισε σε ένα πεζούλι και παρακολουθούσε τους περαστικούς να πηγαινοέρχονται με το βιαστικό τους περπάτημα. Κάποια στιγμή, μια γυναίκα με ένα μικρό παιδάκι σταμάτησε να χαζέψει τη διπλανή βιτρίνα. Το παιδάκι άφησε το χέρι της μάνας του και τον πλησίασε. Προφανώς βλέποντάς τον σε αυτή την κατάσταση, η αθώα παιδική ψυχούλα του τον λυπήθηκε και άπλωσε το χέρι του να του προσφέρει το σουσαμένιο κουλούρι που κρατούσε.

«Μη Νικόλα» φώναξε έντρομη η μητέρα του, μολις αντιλήφθηκε την κίνηση του παιδιού της. «Φύγε από κει, μπορεί να σε δαγκώσει. Βρωμόσκυλα, γιατί δεν τα μαζεύει κάποιος;»


Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Προσοχη....γλιστραει!

Θέλει πολύ κουραγιο να κάτσεις να γράψεις ποσες μαλακιες έχεις κανει στη ζωη σου, βασικα αν κάτσεις κ τις γραψεις κιόλας ίσως σε πιασει κατάθλιψη συνειδητοποιώντας ποσο χαμένος νιώθεις σ αυτή την φοβερή ηλικία των 20-30 που ψάχνεις να βρεις για δεύτερη φορά τον εαυτο σου... η πρώτη είναι στην εφηβεία, γκομενακια , μην ξεχνιεστε!
  Αν γραψεις όμως σε μια μικρή παραγραφο τις λίγες χαζομάρες που κατάφερες να κανεις μέσα σε μια δεκαετια κάπου στο τέλος έρχεται μια λύτρωση... ενα "τα εκανα βρε αδερφέ, και τι έγινε; μικρός  ήμουν..." Δεν είναι έτσι.... η μάλλον δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.. σ αυτή την ηλικία χτίζεις το ποιον σου, τη βάση σου, συνήθως ασχολησε με την καριέρα σου, αλλα είσαι σε τόσο ενεργητική φάση που παρασύρεσαι από τα πάντα.. νιώθεις ζωντανός, δυνατος, ελεύθερος.
  Μόλις κλείσεις όμως,  τα τριάντα ....ΤΕΛΟΣ! Τελειωσε η τρελλα , συνεχίζεται μέσα σου φυσικά αλλα εκφράζεται με άλλο τροπο. Σκέφτεσαι μια...και δυο και τρεις ...καλα ως εκεί... αλλα σκέφτεσαι..
  Θέλει κουραγιο λοιπόν, να πεις, με λίγα λόγια, ότι ήσουν παρορμητικος, ότι δοκιμάσεις κι αυτό, κι εκεινο, και το άλλο,... ότι δεν πρόσεξες, μα... δεν έφταιγες,... ναι, αλλα ΔΕΝ πρόσεξες...και το χρεώθηκες μικρέ μου... Δεν παίζουν μ αυτά... Πάει τώρα.... Τελειωσε,... ότι έκανες, έκανες .. κ γράφτηκε... και δεν εξομολογείται, δεν ξεπερνιέται, έμεινε ανεξίτηλο μέσα σου... δεν το μετανιώσεις...(αλλού αυτά...!!) έτσι λες,.. ήταν η επιλογή σου σε στιγμάτισε, τελειωσε...δε πεθαίνεις ντε αλλα ζεις μ αυτό...


Τι έκανες λοιπόν;; 5-6 one night stand, με το αφεντικό σου για καλύτερη θέση, με τους φίλους που γνώρισες μόλις  το ίδιο βράδυ σε ενα ξέφρενο καλοκαιρινό Παρτυ, με δύο γκόμενες σε τρίο, με έναν τύπο που είδες δύο φορές όλο κ ολο στη ζωη σου κ σε άφησε έγκυο, ... λίγη κόκα, λιγο μαύρο, λίγη σκόνη τη λευκή..3-4 βίντεο γυμνο, ενα. φόνο.;;;;; το χοντρενουμε..... Αυταααα.... ζεις;;;Ε, ζεις... δεν πέθανες ... τα θυμάσαι;; πολύ καλα... θα τα ξαναεκανες..... ε ναι!!! εγω δεν είμαι;; είναι κανένας αλλος;;; εγω  είμαι... άρα εγω θα τα ξαναεκανα...γιατί;;
  Γιατί οι πράξεις μου είμαι εγω,... κι εγω θα είμαι και μετά μέσα από αυτές.. κακές καλές, αυτές είναι, εγω είμαι...χαίρεται...

Τι εκανα εγω που με πονάει τόσο πολύ και δεν κατάφερα να αφήσω πίσω;;; Τι;



 

 
 

Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Eligible... Fire

 Είναι ενα ήσυχο καλοκαιρινό βραδάκι, του 2007. Εκεινο το καυτό καλοκαιρι με τις στημένες πυρκαγιές που θέλανε να πλήξουν τον Καραμανλή για το Μπουργκας -Αλεξανδρούπολη , και που αν δεν τον  τρώγανε σηκωτο και ορθιο τον ίδιο τα κοράκια των κυβερνήσεων θα έπρεπε να χυθεί οπωσδήποτε αίμα ελληνικό για να τον πλήξει πολιτικά και να τον κηδεψει μια κι έξω! Φόρος τιμής στην ανάμνηση όσων κάηκαν τότε όπου άναψαν φοβερές πυρκαγιές στην Ελλάδα...

Ενα καυτό καλοκαιρινό βράδυ, σε ενα ζεστο κοριτσίστικο δωματιο που δουλεύει αδιάκοπα ένας ολοκαίνουριος ανεμιστήρας. Αρώματα γλυκά από γιασεμί και βανίλια και  χρώμα μπορντό  σκούρο και μελαγχολικο. Μου αρεσε να βρίσκομαι ώρες ατελείωτες σ αυτό το δωμάτιο. Η φαντασία μου και οι σκέψεις μου τρεχανε πιο γρήγορα απ όσο θα μπορούσα να ταξιδέψω στην πραγματικότητα. Έβγαινα απο κει μέσα μόνο όταν αποφασιζα οτι θελω να ανακατεύτω με τον κόσμο που δεν χωνευω...
Μπροστά στο μαθητικό γραφειο μου μελετώ, δεν έχω κάνει σχέδια για βραδινή έξοδο, αν και θα έπρεπε, αλλά  προσπαθώ να συγκεντρώσω το κεφαλι μου για να διαβάσω λεξιλόγιο επιπέδου proficiency, καθώς  αποφάσισα οπωσδήποτε, να δώσω το Toefl!

Μάλιστα... είχα διαλεξει τελειώνοντας τις σπουδές μου στη απιθανοτατη σχολη που τελείωσα ότι μετά από αυτές τις τρομερές και φοβερές σπουδές θα μου ταίριαζε  ενα μεταπτυχιακο στο πανεπιστήμιο Μακεδονία και είχα την προσδοκία ότι θα με έπαιρναν το δίχως άλλο.  Μου έλειπε βέβαια μια προϋπόθεση για να μπορέσω να συμπληρώσω την αίτηση μου  ( από τις χιλιάδες που μου έλειπαν έτσι κι αλλιώς) κι αυτή ήταν το Toefl.Μια πιστοποιήση που έδειχνε οτι θα είμαι κάτοχος γνώσεων των Αγγλικών σε επίπεδο proficiency αλλα σε ρυθμό fast forward.

Δεν το έβγαζα με καμία πιθανότητα ούτε σε παράλληλο σύμπαν.. τεραστιο λεξιλόγιο και  έπρεπε να βγει σε ενα μήνα, αδύνατον. Δεν μπορουσα να συγκεντρωθώ δεν καταλάβαινα τι διάβαζα, η αποθήκευση των λέξεων στον εγκέφαλο μου είχαν χρονική διάρκειας μνήμης χρυσόψαρου, ήθελα περισσότερο να χοροπηδαω σα κατσίκι σε κάποιο τρελό μπαρ, εκείνη την στιγμή ....βαθιες ανάσες και πάλι από την αρχη,  είχα όμως αγαπη και όρεξη γι αυτό που εκανα και ήθελα πραγματικά να πετύχω.... -καμία ελπίδα- αλλα  ας  πούμε όμως ότι δεν δούλευα τον κόσμο και το προσπαθούσα...

Κάτω στο ψυγείο με περιμενε  η αγαπημένη μου στοίβα από ice tea που με δρόσιζαν και μου έκοβαν την πείνα.. παγωμένο τσάι και τσιγάρο Virginia Slims, τα αγαπημένα μου, ... τέλεια δίαιτα,  ήμουν συλφίδα, κορμαρα, κουκλαρα, μελανουρι από τον ηλιο τον καλοκαιρινό μια Ελληνίδα θέα, όπως είμαστε όλες μας σ αυτή την υπέροχη ηλικία των εικοσιπέντε!

Παγωμένο τσάι, τσιγάρο και ατελείωτα τεστ για να βελτιώσω το listening μου που πήγαινε κατά διαόλου..

Ένας Acer laptop του 2005 ήταν το δεξί μου χέρι τελειώνοντας την σχολη σε όλες τις εργασίες μου,....αλλα... κ το εργαλείο μου... ως..προξενήτρα. Το νταβαντζιλικι μου. Ανάμεσα σε διαλείμματα για τσάι, τσιγάρο, σκέψεις και χάζεμα στο διαδίκτυο, δούλευα και κάτι που είχα μάθει να το κάνω πολύ καλά από πολύ μικρή... cyber flirting.  Αγαπημένη μου σελίδα εκεινο το διάστημα αφού είχα στειλει σε σύνταξη το πασίγνωστο mirc, to eligible flirting...

Ενα σαιτ που σου παρέχει λέει γνωριμίες μεταξύ εκλεκτών  Ελλήνων από Αμερική, Ελλάδα και Αυστραλία, αλλά και όλον τον κόσμο, με τους απανταχού Έλληνες, για την ακρίβεια,  όπου υπάρχουν δηλαδή, αξιόλογοι ἡ  και  φραγκατοι ομογενείς.

Βλέπεις, στην ηλικία των γεμάτων 25 χρονών, δεν ανησυχείς μόνο για την καριέρα σου την επαγγελματική, αλλα αρχίζεις να νιώθεις πως είσαι στη μέση των 20 λίγο πριν τα 30 και για να μην κυνηγάς σαν τρελή το ρολόι που σφυρίζει λήξη στην προσωπική σου αποκατάσταση, πασχίζεις να μαζέψεις "σεμινάρια" που θα σε οδηγήσουν στην ολοκληρωτική ευτυχία. Καριέρα και προσωπική αποκατάσταση σε πλήρη αρμονία και επιτυχία. Ενα κράμα, από συσσωρευμένα κλισέ και ταμπού που είναι έτοιμα να σκάσουν και να προκαλέσουν ολέθρια καταστροφή στο διάβα τους!

Και όντως έσκασαν κ όντως κάνανε Μεγάλο Μπαμ και ναι, πηρε πολλούς η μπάλα , και άλλοι τόσοι έσπασαν μεγάλη πλάκα μαζί σου, και σε εκμεταλλεύτηκαν. Τα θέλε ο απαφτος σου τα θέλες κι εσύ.

Που είχαμε μείνει;; Α, ναι!!... Login to eligible Greeks.....






 


Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Arterial Switch (αντι προλογου)

Απο το 2007

Καλησπέρα,

Η ιστορια που ακολουθεί, ειναι ένα μυθιστόρημα με αρκετές δόσεις βιογραφιάς. 
Ειναι μια απόπειρα, αποτύπωσης σε γραπτό λόγο, όσων, όχι όλων, εχουν συμβει στη ζωή μου. Στην μέχρι τώρα ζωή μου. Αφορά κυριως, παράλληλα, όχι μόνο τη δική μου ζωη, αλλα και τη ζωή ενός ανθρωπου που πέρα απο την προφανή σχέση που μπορει να έχει μαζί μου, θα ήταν αξιο να αποτυπωθεί και να μεινει ως παρακαταθήκη για πολλούς, για κάποιους, για λίγους.. ακόμα κι αν ήταν απλά γνωστός μου. Πραγματικά αν ήταν και μόνο γνωστός μου, θα ήθελα να γράψω για αυτον για όσα σημαντικα εχει κάνει και έχει δει, και έχει δει πολλά, αν μπορούσα με κάποιο τρόπο να τα γνωρίζω.
 Όχι γιατι ειναι κανένας σπουδαίος, ουτε αυτος θα ήθελε να τον θεωρουνε έτσι, αλλα λόγω της ιδιοτητάς του. Δεν θα πω ακόμα ποια είναι, γιατι έτσι δεν θα ειχε ενδιαφέρον να γραψω για αυτον. Για μένα η περιπτωση του, το είδος του, η ζωή του, θεωρώ οτι έχει τρομακτικό ενδιαφέρον.  Δεν είναι απλά μια ιστορία αγάπης. Υπάρχουν χιλιάδες τέτοιες, τις βαριεμαι ολες, και δεν είμαι καλη στο να γράφω λογοτεχνικά κείμενα, περιτεχνα, ιδιαιτέρως παραστατικά. Δεν είχα ποτέ αυτην την ιδιότητα, και στην έκθεση στο σχολείο ήμουν κάτω του μετρίου.
Ειναι μια ιστορία όμως που περιλαμβανει αγωνία, πόνο, δυσκολίες, και προσπάθει και αγώνα για την επιβίωση. Σε κάποιους άλλους, τα πραγματα έρχονται εύκολα και δεδομένα, για κάποιους όμως δεν ισχυει αυτό, και εγκλωβίζονται σε δυσκολίες και παλεύουν να φτιάξουν έστω ένα απο τα αυτονοήτα που θέλουμε να έχουμε όλοι μας στη ζωή....κι ένα απο τα πλέον αυτονόητα, ένα απο τα πλέον υπερτατα αγαθά που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο και πρέπει να την διαφυλάττουμε για τον εαυτό μας και να προσπαθούμε να μη το χάσουμε ποτέ,........ ειναι η Ελευθερια.


Καλησπέρα σας,

Είναι 1:20 τα μεσάνυχτα την μέρα που αλλάζει η ωρα για το θερινό ηλιοστάσιο..Είμαστε στην άνοιξη κ περιμένουμε με χαρά το καλοκαιρι... είμαι η Λίντα (αυτο είναι το όνομα μου) εχω περάσει τα 31 μου χρόνια, είμαι μαμα ενός μικρού κοριτσιού 9 μηνών προσφάτως και θέλω να πω την ιστορία μου, την ιστορία του μπαμπά και της μαμάς της.

Όλα άρχισαν Σεπτέμβριο στα τέλη του, το 2007... 7 χρονια πριν....σημαδιακο το 7. Εχω ακούσει να λένε ότι ανά 7 χρονια συμβαίνουν σοβαρές αλλαγές στη ζωή κάθε ανθρώπου.. 7 χρονια φαγούρα..Κρονιοι κύκλοι.. 7 χρονια πριν...η μοίρα μου αλλαξε, μοιραία, καρμικά, τρομακτικά.