«Ο κόσμος
μας θα ήταν πολύ καλύτερος αν όλοι ήξεραν
να χρησιμοποιούν σωστά το μαχαίρι και
το πιρούνι». Έτσι τουλάχιστον υποστήριζε
ο κύριος Καθηγητής, αναλογίστηκε ο
Πέτρος την ώρα που το ζουμερό κομμάτι
από το μπον φιλέ του, ικανοποιούσε με
το παραπάνω τους γευστικούς θύλακες
της γλώσσας του.
Ουσιαστικά,
ο Καθηγητής ήθελε να πει – και το έλεγε
συχνά – ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο
ότι τρώει, κατά τη γνωστή ρήση «είμαστε
ότι τρώμε». Έδινε ιδιαίτερα μεγάλη
σημασία στο πώς τρώμε. Θεωρούσε ότι αυτό
μας ξεχώριζε από τα ζώα. Πίστευε ότι
ήταν καθήκον της οικογένειας, της
κοινωνίας και σε τελική ανάλυση της
πολιτείας, να διδάξει τα νέα παιδιά να
τρώνε σωστά, με ένα ισορροπημένο
διαιτολόγιο και με βάση τους κανόνες
του savoir
vivre.
Υποστήριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος,
λόγω της προσεγμένης και ισορροπημένης
διατροφής, θα πληρούσε τη βασικότερη
προϋπόθεση του «νοῦς
ὑγιὴς
ἐν
σώματι ὑγιεῖ».
Από την άλλη, οι σωστοί κανόνες
συμπεριφοράς στο τραπέζι, προσδίδουν
στο άτομο την ιδιότητα της ευγένειας,
το εκπαιδεύουν να δίνει προσοχή στη
λεπτομέρεια, να αποφεύγει περιττές
κινήσεις και να σέβεται τους
συνδαιτυμόνες/συνανθρώπους του. Αυτή
του η θεωρία, του είχε γίνει εμμονή. Σε
κάθε γεύμα που παρίστατο, πάντοτε εύρισκε
την ευκαιρία και πέταγε ένα σχετικό
σχόλιο, με το χαρακτηριστικό του ύφος,
και αμέσως καταλάβαινες ότι το αγαπημένο
του θέμα είχε ήδη σερβιριστεί προς
συζήτηση. Και τότε όλοι σταματούσαν να
τρώνε, παρά κάθονταν και τον άκουγαν με
προσοχή, γιατί τρόπος που μιλούσε ήταν
τόσο όμορφος και κομψός, όπως ο τρόπος
που έτρωγε.
Ένα
από τα αγαπημένα του σχόλια ήταν η
ερμηνεία της λέξης «συντροφιά». Θα
ξεκινούσε την κουβέντα λέγοντας:
«Αλήθεια, μπορεί να μαντέψει κανείς τι
σημαίνει η λέξη “συντροφιά”»; Φυσικά
δεν άφηνε και πολύ χρόνο για να το
σκεφτούν οι υπόλοιποι. Ακόμα και αυτοί
που το είχαν ξανακούσει, δεν απαντούσαν.
Άλλωστε και ο ίδιος το απολάμβανε
ιδιαίτερα να κάνει ξανά και ξανά την
ίδια ανάλυση: «Η λέξη συντροφιά προκύπτει
από τη σύνθεση των λέξεων “συν” και
“τρέφομαι”. Δηλαδή τρώω μαζί με κάποιον
ή κάποιους άλλους. Και αυτή η λέξη
αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της
κοινωνίας και του πολιτισμού μας. Οι
πρώτοι άνθρωποι στην αρχή ήταν μοναχικοί
τροφοσυλλέκτες. Έπειτα, ανακάλυψαν την
ευεργετική επίδραση της πρωτεΐνης που
λάμβαναν από το κρέας και εξελίχθηκαν
σε κυνηγούς. Σύντομα, άρχισαν να
οργανώνονται σε ομάδες και να κυνηγούν
μαζί προκειμένου να εξασφαλίσουν πιο
εύκολα και με περισσότερη ασφάλεια το
πολύτιμο και θρεπτικό κρέας. Αυτοί
αποτελούσαν τις πρώτες “συντροφιές”,
τις πρώτες κοινωνικές ομάδες. Στις
μεταγενέστερες κοινωνίες, το κέντρο
του σπιτιού κάθε οικογένειας ήταν η
εστία. Όχι μόνο γιατί εκεί ζεσταίνονταν
από τη φωτιά που έκαιγε, αλλά και γιατί
εκεί μαγειρευόταν το φαγητό. Έτσι, η ώρα
του φαγητού απέκτησε μία μοναδική
ιερότητα στο πέρασμα των αιώνων, η οποία
διατηρήθηκε ως τις μέρες μας. Γι’ αυτό
λοιπόν αγαπητοί μου, είναι τραγικό αυτό
που βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα.
Άνθρωποι να κάθονται στα διαμερίσματά
τους και να τρώνε μόνοι τους και τις
περισσότερες φορές φαγητό πρόχειρο, το
οποίο συνήθως παραγγέλνουν “απ’ έξω”,
και το οποίο ετοιμάζει στα γρήγορα ένας
βαριεστημένος υπάλληλος, με υλικά
αμφιβόλου ποιότητας. Απλά, τραγικό.»
Ο
Πέτρος έπιασε τη λαβίδα, σερβίρισε στο
πιάτο του μία μπριζόλα σενιάν και άρχισε
να την τεμαχίζει με εξαιρετική μαεστρία.
Έφερε στο μυαλό του το τελευταίο γεύμα
που είδε τον Καθηγητή, την προηγούμενη
της εξαφάνισής του, πριν από μία εβδομάδα.
Ήταν ένα συνηθισμένο γεύμα στο σπίτι
του Δημάρχου και στο τραπέζι καθόταν
ένας μεγαλοεπιχειρηματίας, ο οποίος θα
συνεργαζόταν με το Δήμο, σε ένα μεγαλόπνοο
δημοτικό έργο. Ο τύπος ήταν απίστευτα
χοντρός και το προγούλι του ήταν τόσο
μεγάλο που νόμιζες ότι αυτός ο άνθρωπος
δεν έχει λαιμό. Είχε τοποθετήσει την
πετσέτα του στο γιακά σα σαλιάρα και
είχε αρπάξει ένα μπούτι κοτόπουλο και
πιάνοντάς το και με τα δύο χέρια, το
καταβρόχθιζε. Σταγόνες ιδρώτα κυλούσαν
στη φαλάκρα του, ενώ το απεριποίητο
μουστάκι του και τα δάχτυλά του είχαν
γεμίσει σάλτσες και λίγδα, και το μέχρι
πριν λίγο λευκό πουκάμισό του είχε
γεμίσει λαδιές. Ο κύριος Καθηγητής, είχε
από ώρα σταματήσει να τρώει και τον
κοιτούσε σιωπηλός και ακίνητος, χωρίς
όμως να αφήσει την αηδία να εκφραστεί
στο πρόσωπό του. Η στιγμή ήταν φορτισμένη,
σαν την ηρεμία πριν την καταιγίδα. Με
το στόμα γεμάτο και το μπούτι να διαγράφει
σχέδια στον αέρα, ο χοντρός επιχειρηματίας
εξηγούσε με περηφάνια στους υπόλοιπους,
πώς πέτυχε τη συγχώνευση με μία ανερχόμενη
ανταγωνιστική εταιρία, αφού προηγουμένως
είχε καταφέρει με χρηματιστηριακά τρυκ
να υποτιμήσει τη μετοχή της και να την
εξαγοράσει σε εξευτελιστική τιμή και
αμέσως μετά άρχισε να γελάει βροντερά,
με τη μασημένη τροφή να αναδεύεται μέσα
στο στόμα του. Σ’ αυτή τη θέα ο Καθηγητής
σηκώθηκε όρθιος. Όλοι οι υπόλοιποι
σταμάτησαν να τρώνε και τον κοίταξαν.
Είχε αναψοκοκκινίσει και τα μάτια του
κατακεραύνωναν το χοντρό. Ο Δήμαρχος
ξεροκατάπιε. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα,
ο Καθηγητής ανάκτησε την ψυχραιμία του
και το χρώμα του ξαναγύρισε στο πρόσωπό
του. Με ήρεμη και ευγενική φωνή απευθύνθηκε
στο χοντρό λέγοντάς του: «Είστε αδηφάγος,
αγενέστατος, απεχθής και ανάγωγος».
Έπειτα απευθύνθηκε στο Δήμαρχο και του
είπε: «Συγχωρέστε με» και έφυγε.
Ο
Πέτρος ήπιε μια γουλιά κρασί και
αναρωτήθηκε αν εκείνο το βράδυ ο Καθηγητής
περισσότερο εξοργίστηκε ή χάρηκε. Και
βέβαια εξοργίστηκε, γιατί κάθισε για
φαγητό στο ίδιο τραπέζι με έναν τύπο
σαν το χοντρό επιχειρηματία. Από την
άλλη όμως, ο χοντρός επιχειρηματίας,
επιβεβαίωνε πανηγυρικά και περίτρανα
τη θεωρία του. Ο τρόπος που ο χοντρός
συμπεριφερόταν στο τραπέζι δε διέφερε
καθόλου από τον τρόπο με τον οποίο
ενεργούσε ως επιχειρηματίας. Ο Πέτρος
έκοψε άλλο ένα κομμάτι κρέας από τη
μπριζόλα του και το έφερε στο στόμα του.
Άρχισε να το μασάει αργά και σχολαστικά
και αναρωτήθηκε αν η θεωρία του κύριου
Καθηγητή θα μπορούσε να ισχύει. Σίγουρα
η υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή
αποτελεί τη βάση για ένα υγιές σώμα και
έναν υγιή και κατ’ επέκταση λογικά
σκεπτόμενο νου. Η εκμάθηση της σωστής
χρήσης του σερβίτσιου θα μπορούσε να
κάνει τον άνθρωπο να προσέχει τη
λεπτομέρεια, να του αναπτύξει την
οξυδέρκεια και αυτό που λέμε «να αποκτήσει
τρόπους». Όλα αυτά έπειτα θα τα εφαρμόσει
και στις υπόλοιπες πτυχές της ζωής του.
Δε θα ήταν ένας τέτοιος άνθρωπος
ισορροπημένος, έξυπνος, ευαίσθητος,
ευγενής και ανίκανος να κάνει κακό σε
κάποιον συνάνθρωπό του;
«Μπα…»,
σκέφτηκε καθώς κατάπινε το τελευταίο
κομμάτι αυτού που κάποτε ήταν ο κύριος
Καθηγητής.